Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, τ. ΣΤ΄

Τίτλος:Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, τ. ΣΤ΄
 
Εκδότης:Εταιρεία Κερκυραϊκών Σπουδών
 
Συντελεστές:Κώστας Δαφνής
 
Έτος έκδοσης:1984
 
Σελίδες:322
 
Θέμα:Κείμενα (1819-1822)
 
Χρονική κάλυψη:1815-1822
 
Περίληψη:
Στον ΣΤ' Τόμο δημοσιεύονται τα κείμενα του Καποδίστρια που αναφέρονται στα χρόνια 1819, 1820, 1821, 1822. Ο αύξων αριθμός των εγγράφων είναι ενιαίος με εκείνο των εγγράφων του Ε' τόμου, δεδομένου ότι αποτελούν μια ενότητα. Αναφέρονται όλα - υπομνήματα, εκθέσεις, εγκύκλιοι, επιστολές - στη διπλωματική δραστηριότητα του Καποδίστρια ως υπουργού Εξωτερικών της Ρωσίας στα χρόνια 1815-1822.
Την ολοκλήρωση της δημοσίευσης των κειμένων της περιόδου αυτής συνοδεύουν σύντομες σημειώσεις, που διαγράφουν συνοπτικά το πλαίσιο της πολιτικής κατάστασης της Ευρώπης, μεταξύ 1819 καί 1822, μέσα στο οποίον κινήθηκε ο Καποδίστριας, πίνακας των εγγράφων των δύο τόμων με κατατοπιστικές περιλήψεις και ευρετήρια κυρίων ονομάτων, ώστε η έκδοση να είναι απόλυτα χρηστική. Εκτενής διεθνής βιβλιογραφία, όπου αναγράφονται εξαντλητικά πηγές και δημοσιεύματα, παρέχουν τη δυνατότητα στους ενδιαφερόμενους για μια γενικότερη θεώρηση, με αφετηρία πάντα τα Καποδιστριακά κείμενα, της ευρωπαϊκής ιστορίας σε μια κρίσιμη φάση εθνικών, πολιτικών και κοινωνικών μετασχηματισμών.
Σημειώνουμε ότι βασικό κείμενο για την πιο άνετη προσπέλαση των κειμένων της δημόσιας δράσης του Καποδίστρια είναι η «Αυτοβιογραφία» του, η οποία δημοσιεύθηκε στον Α' Τόμο του Αρχείου. Ανεξάρτητα από τις οποιεσδήποτε σκοπιμότητες, που δέσμευαν την απόλυτα ελεύθερη έκφραση των απόψεων και σκέψεων του Καποδίστρια σχετικά με πρόσωπα και γεγονότα, το κείμενο αυτό μας δίνει τη γραμμή πλεύσης για την αποκρυπτογράφηση των ενεργειών και κινήσεων του υπουργού της Ρωσίας κατά το χειρισμό καίριων θεμάτων.
 
Κ. ΔΑΦΝΗΣ
 
Το Βιβλίο σε PDF:Κατέβασμα αρχείου 42.14 Mb
 
Εμφανείς σελίδες: 190-209 από: 321
-20
Τρέχουσα Σελίδα:
+20
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/4/gif/190.gif&w=550&h=800

προσπάθειες της Ελληνικής εξέγερσης, η ειρήνη της Ευρώπης θα έχει εξασφαλιστεί καλύτερα; Δεν το πιστεύουμε ούτε αυτό.

»Επομένως, και αν παρόλα αυτά δεχόμαστε για μια στιγμή την υπόθεση πάνω στην οποία στηρίζεται ο συλλογισμός της βρετανικής κυβέρνησης, θα απέβαινε πραγματικότητα πως ο μόνος τρόπος να ματαιώσουμε τους υπολογισμούς των υποκινητών των ταραχών στην Ευρώπη θα ήταν να συντελέσουμε ώστε να σταματήσει το συντομότερο δυνατό η επανάσταση της Ελλάδας και να προλάβουμε τις συνέπειες που θα επέφερε σήμερα, είτε οι Τούρκοι θριαμβεύσουν, είτε πέσουν σε συμφορές.

Όμως, η πρόταση της κυβέρνησης του Λονδίνου, δεν φαίνεται τέτοια ώστε να μας κάνει να επιτύχουμε γρήγορα το σκοπό που είναι τόσο επιθυμητός.

Θα μπορούσαμε εξ άλλου να παρατηρήσουμε ότι η Αγγλία βρίσκεται σε αντίφαση με τον εαυτό της. Μέχρι αυτήν την ημέρα η βρετανική κυβέρνηση αποδοκίμασε την παρέμβαση των συμμαχικών Δυνάμεων στις εσωτερικές υποθέσεις των άλλων κρατών. Τώρα θέλει να κρατήσει η Ρωσία σε εφεδρεία όλη την δύναμή της για να ασκήσει το δικαίωμα επέμβασης για να καταστείλει τις προσπάθειες των ατόμων που θέλουν την ανατροπή της καθεστυκυίας τάξης.

Αυτή η αντίφαση είναι πιθανόν ο μόνος λόγος για τον οποίο απαγορεύεται στον κ. Ντεμπαγκό να δώσει αντίγραφο του εγγράφου (της επιστολής) του κ. Λονδόνδερυ στον λόρδο Στράντφορντ.

Για να συνοψίσουμε, πιστεύουμε ότι οι αποφάσεις της Ρωσίας σε οτιδήποτε αφορά τις υποθέσεις της Ανατολής και η εκτέλεση των συνθηκών μας με την Πύλη οφείλουν να παραμείνουν εντελώς ανεξάρτητες και ότι μόνο η αυτοκρατορική του μεγαλειότητα μπορεί να θέσει όρια στην υπομονή του και στην αδράνειά του. Όσο περισσότερο οι Δυνάμεις θα μας βλέπουν έτοιμους να εξαρτήσουμε τη δράση μας από τις σχέσεις που θα τους γίνει αρεστό να υιοθετήσουν, τόσο περισσότερο θα απέχουν από τη δράση, τόσο περισσότερο η έπαρση των Τούρκων θα αυξηθεί, τόσο περισσότερο τα πάθη της Ανατολής θα επιδεινωθούν και τόσο περισσότερο θα βρισκόμαστε μακρυά από το αντικείμενο των επιθυμιών μας και του συστήματος μας».

1. VPR, τομ. IB' σ. 242-245.

Σελ. 190
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/4/gif/191.gif&w=550&h=800

155

Υπόμνημα προς τον τσάρο της Ρωσίας Αλέξανδρο (9/21 Αυγούστου 1821)1

Second agenda sur les affaires d’ Orient

Les réponses du Divan de Constantinople sont connues et nos appréhensions justifiées. Les Turcs persévèrent de fait dans leur système. Ils s’en attribuent même le droit, méconnaisent toutes les obligations que les traités leur imposent envers les peuples de la Valachie, de la Moldavie et de la Grèce, ne daignent pas s’ expliquer sur les mesures qu’ils ont prises envers le commerce et les sujets russes en contravention à tous leurs traités avec la Russie; et continuent de protester de leurs intentions amicales à notre égard. En cet instant le baron de Stroganoff doit avoir quitté Constantinople, et la Russie n’a plus de relations diplomatiques avec la Porte.

La première question qui se présente dans cet état de choses, est assurément celle de savoir ce que la Russie doit faire pour rester invariablement fidèle au système qu’elle a adopté tant envers le gouvernement turc, qu’envers les puissances alliées.

C’est dans cette intention que nous allons d’ abord rappeler le double but que la Russie avait assigné à ce système et qu’indiquent avec toute la clarté désirable et la note dont la minute a été transmise à M. de Stroganoff, et les communications adressées sous la même date aux cours de Vienne, de Paris, de Londres et de Berlin.

Nous disons que le but de notre système était double. En effet, par nos propositions à la Porte "nous voulions ce que nos traités nous imposaient l’ obligation de vouloir, nous voulions la conservation du gouvernement turc aux conditions qui pouvaient s’accorder avec les devoirs religieux et politiques de s.m.i.” ou, en d’autres termes, "nous voulions concilier l’ intérêt que le gouvernement russe peut témoigner au gouvernement turc, avec l’ intérêt qu’il doit porter aux chrétiens qui, peuplent la Turquie européenne”.

Si nos propositions n’ étaient point acceptées, nous regardions la Porte Ottomane "comme ayant violé les trois conditions essentielles de sa coexistence avec les autres puissances de l’Europe et comme placée ipso facto en état d’hostilité contre le monde chrétien”.

Dans cette affligeante hypothèse le second but de notre système était d’ obtenir la coopération, soit morale, soit matérielle, de nos alliés pour "rétablir l’ordre en Orient et pour porter aux pays dont se compose la Turquie européenne, le bienfait d’une existence politique heureuse et inoffensive”.

Σελ. 191
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/4/gif/192.gif&w=550&h=800

En outre et dans la vue d’ atteindre plus facilement et plus sûrement le premier objet que nous nous étions proposé, nous avions demandé aux cours alliées d’appuyer de leurs bons offices auprès du Divan les démarches de M. de Stroganoff.

Telles étaient nos intentions. Si maintenant nous ajoutons un aperçu rapide des faits, ainsi que des conséquences qui peuvent en résulter, nous osons croire que les mesures à prendre se présenteront, pour ainsi dire, d’ elles-mêmes.

Les ministres des cours alliées ont prêté au baron de Stroganoff avec autant d’énergie que de franchise toute l’ assistance qui pouvait contribuer au succès de sa négociation finale, mais ils ont échue comme lui, et comme lui, ils ont vu les Turcs rejeter dans leur aveuglement les propositions les plus équitables.

Ce refus a non seulement dû rompre toute relation entre nous et le Divan, mais il nous a placés encore dans l’ impossiblité de renouer avec lui des négociations nouvelles, à moins d’une changement dans les situations respectives, car notre note dit expressement que notre démarche auprès de la Porte Ottomane est le dernier service que la Russie puisse rendre aux Turcs, et notre dépêche principale au baron de Stroganoff répète en termes non moins précis et non moins positifs: "Nous devions avertir une dernière fois la Porte des dangers auxquels elle s’ expose. Ce service est le seul qu’elle puisse recevoir aujourd’hui. Quand nous le lui aurions rendu, l’ époque des conseils et des déclarations aura atteint son terme”.

Comme, d’après ces principes et la réponse de la Porte, nous ne pouvons plus avoir d’explications ultérieure avec elle, il s’en suit que le premier but de notre système - la conservation du gouvernement turc à des conditions compatibles avec les devoirs religieux et politiques de la Russie - ne saurait désormais être atteint par la voie des négociations directes.

Il reste donc à examiner:

1. Si la Russie doit pour ce motif renoncer à ce premier but, c’est-à-dire, rejeter toute chance possible d’accommodement avec les Turcs, et ne poursuivre que le second, c’est-à-dire, attendre que les puissances alliées aient reconnu que le gouvernement ottoman ne peut plus coexister avec les autres Etats de l’Europe et que dans cette conviction elles nous prêtent leur coopération morale ou matérielle pour rétablir l’ ordre et la paix en Orient?

2. Si la cour de Russie doit livrer toute chance d’accommodement avec les Turcs uniquement aux effets de l’ influence que les autres cours alliées pourront exercer encore sur les déterminations de la Porte?

3. Supposé que ces deux questions soient résolues par la négative, quelles sont les mesures que la Russie doit prendre pour conserver sans tache et sans altération toute la pureté et toute la puissance morale du système qu’elle suit dans les affaires d’ Orient tand à l’ égard des Turcs, que des cours alliées auxquelles l’ unit une alliance si noble dans son objet et si salutaire par ses résultats?

Σελ. 192
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/4/gif/193.gif&w=550&h=800

Ad primum. Nouys regardons comme inutile et prématuré de discuter si la connaissance que les cabinets alliées doivent déjà avoir des faits que nous déplorons, les a entièrement convaincus de l’ impossibilité à laquelle se réduit le gouvernement turc de coexister plus longtemps avec le gouvernements chrétiens et de concourir d’une manière indirecte, comme il l’ avait fait jusqu’ à cette époque de malheur, au maintien de la paix générale. Il nous semble d’ abord qu’on ne saurait affirmer que telle soit des à présent l’ opinion de tous les cabinets alliés, et nous prendrons la liberté d’observer en second lieu que quand bien même quelques-uns d’ entre eux seraient de cet avis, encore faudrait-il attendre que des preuves plus matérielles de l’ impossibilité de cette coexistence de l’ Empire Ottoman avec le reste de la chrétienté vinssent frapper l’ Europe, et que la persuasion de la Russie à cet égard, loin de pouvoir jamais être considérée comme l’ expression de ses voeux, fût toujours regardée comme celle d’une réalité incontestable, d’une irrésistible nécessité.

Pour que ces preuves matérielles dont nous parlons, s’ établissent dans toute leur force, il faut de trois choses l’ une: ou qué les Turcs triomphent, en exterminant les chrétiens soumis à leur domination, ou que les chrétiens triomphent, en conquérant une existence idépendante, ou bien enfin que la lutte se prolonge indéfiniment entre les deux peuples.

Dans la première hypothèse, quand tout ce que la Russie doit protéger en vertu des traités serait détruit, l’ anéantissement de la Puissance Ottomane serait-il possible ou, s’il l’ était, procurerait-il quelque avantage à la Russie sous le rapport moral et politique?

Dans la seconde, la révolution qui aurait vaincu les Turcs, serait-elle admissible comme un élément d’ordre public en Europe? Et d’un autre côté, pourrait-on combattre avec justice et succès cette révolution, quand on lui aurait laissé le temps de s’ériger en puissance de fait?

Dans la troisième enfin, qui au reste se rapproche de la seconde sous la point de vue de ses conséquences, l’ exaspération mutuelle des deux peuples ne serait elle pas devenue si forte, ne se seraient-ils pas l’une et l’autre tellement perventis par leur fureur et l’ esprit de guerre, que l’ entreprise à laquelle se livreraient les puissances européennes, consisterait au fond en ce projet de si difficile exécution que le prince de Metternich signale dans une de ses dernières lettres, de dépayser et de changer une population tout entière?

Ces questions qui se rattachent à la première de celles dont l’ examen nous occupe, semblent loin d’offrir des solutions satisfaisantes pour tous les cas où la Russie prolongerait son inaction dans la vue de fournir aux puissances alliées les preuves matérielles de l’ impossibilité où se trouverait le gouvernement turc de coexister avec les gouvernements chrétiens. En posant d’ailleurs pour unique base de négociations avec les puisances alliées l’ impossibilité de cette coexistence et conséquemment la nécessité d’une guerre générale, non seulement que la

Σελ. 193
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/4/gif/194.gif&w=550&h=800

Russie contracterait toute la responsabilité de la plus importante des déterminations que la politique aurait prise depuis un demi-siècle, mais elle renoncerait même dès ce jour aux avantages què lui assurent les traites de Kaynardji, de Yassy et de Bukhorest. La Russie en effet se trouverait alors au niveau des autres puissances qui n’ont néanmoins ni foi commune, ni coreligionnaires à protéger en Orient et qui n’ont pas non plus sur les bords de la mer Noir de possessions dont le commerce et la prospérité, après avoir pris un si heureux essor sous la protection de leurs prérogatives spéciales, s'anéantiraient bientôt, s’ils étaient privés des stipulations tutélaires auxquelles ils doivent et leur naissance subite et leur miraculeux accroissement.

Pesées avec toute l’attention qu’elles commandent, ces considérations si graves nous portent à croire qu’ autant il convient de se placer dans une attitude qui permette à la marche des événements de diriger les déterminations des cours alliées selon les vues impénétrables de la divine providence, autant il semble utile et nécessaire que la Russie, sans s’écarter de la lettre des devoirs que ses traités lui prescrivent, continue pour le moment à poursuivre par des voies nouvelles le premier but qu’elle s’est proposé, - la conservation du gouvernement turc aux conditions compatibles avec ses obligations religieuses et politiques.

Ad secundum. Si telle est la résolution qu’elle prend, doit-elle abandonner exclusivement à l’ influence que les cours alliées exerceront sur les gouvernements turcs, toutes les chances d’un accommodement avantageux et honorable?

Cette question, réduite à ses véritables termes, devient facile à résoudre, car au fond il s’ agirait ici de confier nos intérêts à une médiation étrangère que se trouverait établie par la force des circonstances et dont la Russie, non plus que la cause générale, ne pourraient retirer aucun fruit ni pour le présent, ni pour l’ avenir.

Il serait superflu d’entrer dans de longues observations pour démontrer les nombreux inconvénients que la Russie aurait à craindre avec raison d’un accommodement régocié par d’ autres puissances pour elle, mais sans elle.

Et d’abord, selon toute probabilité, cet accommodement, n’aurait pas pour base les dernières propositions que nous avons adressées à la Porte, car si une influence étrangère avait pu les fair accepter, certes nous n’ eussions pas essuyé de refus aujourd’hui, et le baron de Stroganoff n’ eût point été dans le cas de quitter Constantinople.

Comme nous ne pourrions néanmoins adopter d’autres bases de négociations, supposons pour un instant que la médiation des autres cours parvint à y faire adhérer le gouvernement turc. En résulterait-il que nous aurions conclu avec lui une paix avantageuse et durable? Peut-on raisonnablement admettre que les puissances étrangères amèneraient les Turcs à y souscrire, sans leur garantir une intervetion permanente dans toutes leurs discussions avec la Russie sur l’exécution du traité de Bukhorest, sur l’ administration de la Valachie et de la

Σελ. 194
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/4/gif/195.gif&w=550&h=800

Moldavie, sur la rétrocession d’une partie du littoral asiatique, sur les stipulations de commerce etc.?

Quelles seraient alors nos relations avec la Porte et n’est-on pas en droit de conclure que nulle transaction, nul arrangement n’est admissible pour nous, s’il doit être négocié sous une médiation étrangère?

Une autre conclusion qui se présente et qui ne semble ni moins juste, ni moins naturelle, c’est que tant que nous nous efforcerons d’ attendre notre premier but, les cours alliées doivent se borner, ainsi que nous leur en avons fair la demande, à appuyer nos propositions et à prouver aux Turcs combien elles sont équitables, mais sans jamais se constituer médiatrices.

Lorsque le second but sera celui vers lequel tendront d’un commun accord les principales cours de l’ Europe, leurs situations respectives seront bien différentes. La chute de l’ Empire Ottoman aura été décidée en principe. Les Turcs n’existeront plus aux yeux des puissances intervenantes. Tous leurs traités avec la Turquie devront être considérés d’ avance comme nuls. La Russie elle même ne sera plus qu’une puissance limitrophe, protectrice née de ses coreligionnaires. Elle discutera une question nouvelle avec ses alliés, mais sans déroger à aucun de ses droits positifs, car tout droit positif et toute prérogative présuppose ici l’ existence de la Porte et la valeur des traités conclus avec elle.

Au surplus, en raisonnant sur l’ hypothèse d’une médiation ou d’une influence étrangère, on ne saurait ne pas s’apercevoir toujours davantage combien il est peu probable que cette influence détermine les Turcs à adhérer aux propositions de la Russie. Ils croient lui avoir répondu et tant qu’ils ignoreront quelle impression leur réponse aura produite sur l’esprit de s.m.i., il n’y a aucune raison pour qu’ils changent de système ou pour qu’ils nous manifestent des dispositions plus conciliantes.

Rien ne nous autorise par conséquent à espérer jusqu’ à cette époque qu’une influence étrangère puisse modifier leur déterminations: Ils répliqueront toujours aux ministres étrangers: voyons ce que la Russie fait et fera, et puis nous traiterons.

Cette considération nous amène à la troisième question.

Ad tertium. D’ après ce que nous venons d’exposer, il paraît incontestable que par son attitude envers la Porte et les chrétiens de l’ Orient, ainsi que par les communications qu’elle va faire aux cours alliées, la Russie doit prouver jusqu’à l’ évidence que tous ses efforts tendent vers le premier but de son système, que c’est directement et par ses propres moyens qu’elle s’efforce d’y parvenir, et que si elle continue à demander la coopération morale de ses alliés, elle ne saurait admettre de médiation étrangère.

Mais quelle est donc cette attitude? Dans quelle pensée doivene être conçues ces communications?

Nous ne pouvons plus ouvrir de discussion directe avec la Porte. Notre

Σελ. 195
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/4/gif/196.gif&w=550&h=800

organe diplomatique a quitté Constantinople; nous n’ avons plus de relations avec les Turcs. Nous ne saurions donc que leur parler maintenant le langage des faits ou que leur adresser la menace de le parler, s’ils ne changent de résolutions à notre égard.

Des faits

Le seul qui nous paraisse renfermer en lui-même toutes les vérités que les Turcs s’obstinent à méconnaître et qu’il est cependant indispensable de leur faire apprécier, c’est celui qui les forcerait à délivrer les principautés de leur présence.

La déclaration qui précéderait ce fait essentiel, et la marche de l’ armée du Pruth ne seraient point une déclaration de guerre et annonceraient seulement l’ intention d’obtenir par l’ occupation temporaire de la Valachie et de la Moldavie les seules conditions auxquelles la paix soit possible et offre des garanties de durée.

Nous prendrions à la face de l’ Europe l’ engagement de retirer nos troupes des deux principautés aussitôt que les Turcs auraient accordé à leurs habitants et à la majorité innocente de ceux de la Grèce la paisible jouissance des avantages que trois traités consécutifs ont stipulés en leur faveur.

Intéressées à voir cet arrangement conclu, fortes e la bienveillance qu’elles témoignent au gouvernement turc, plus fortes encore de la presente de nos troupes sur le Danube, les cours alliées pourront alors plus facilement engager les Turcs à admettre un système de paix et de conciliation.

En imprimant ainsi un-caracrère conservateur à cette mesure, on porterait les Turcs a la modération leur est possible, et par une réaction nécessaire, on tempererait à la fois le désespoir et les espérances exagérées des Grecs. Ils seraient prêts à suivre les conseils des puissances alliées dès qu’ils les veraient prêtes elles-mêmes à manifester à ceux d’ entre eux qui le méritent, cet intérêt bienveillant et sincère que la religion et l’ humanité leur permettent d’attendre avec une légitime confiance.

Si telle était l’ attitude prise par la Russie, notre déclaration envoyée au vizir servirait de réponse et de refutation à ses notes.

Envoyée aux puissances alliées, elle serait jointe à une invitation de redoubler d’ efforts auprès du gouvernement turc pour le porter à s’ entendre avec nous sur la base de nos propositions.

Ce serait ainsi que nous poursuivrions l’ accomplissement de notre premier voeu, et assurément que l’ Europe tout entière ne pourrait voir dans nos mesures qu’un moyen efficace de forcer les Turcs à vouloir leur propre salut. Mais quand bien même nous manquerions ce résultat, la question générale sur laquelle nous avons invité les puissances alliées à ouvrir un avis, resterait indécise avec l’ immense avantage de pouvoir être discutée à loisir et résolue sans précipitation,

Σελ. 196
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/4/gif/197.gif&w=550&h=800

attendu que les ajournements et les délais ne porteraient plus d’atteinte grave à aucun intétêt moral ni matériel des puissances limitrophes de l’ Empire Ottoman.

Menace de parler au gouvernement turc le langage des faits

Au lieu de parler aux Turcs par l’ action, on leur parlerait par la menace d’agir, si dans un terme donné, à compter du jour de la remise de la notification, leurs troupes n’avaient complètement évacué la Valachie et la Moldavie, si les hospodars n’ étaient immédiatement nommés et une administration réparatrice établie aux termes des traités et avec le concours de la Russie, si enfin des faits notoires et irréfragables n’ attestaient un changement absolu de système de la part du grand seigneur, ainsi que le dessein déjà mis à exécution de distinguer les coupables des innocents et de faire cesser la guerre d’extermination qu’il a vouée aux chrétiens qui habitent ses Etats.

Quant aux mesures coercitives qui seraient adoptées, si la sommation dont il s’agit, ne produisait pas l’ effet désiré sur les Turcs, elles consisteraient dans l’occupation des principautés et dans un embargo à mettre sur tous les vaisseaux marchands dans les ports de la mer Noire.

L’occupation n’aurait lieu que dans les intentions qui ont été indiquées plus haut.

Notre sommation au gouvernement turc serait adressée au vizir en réponse à ses lettres, et nous inviterions le général en chef de l’ armée du Pruth à l’ envoyer au camp turc par un parlementaire. Cette même pièce serait communiquée aux ministres des puissances alliées accrédités à Constantinople avec invitation d’user de toute leur influence pour déterminer le gouvernement turc à exaucer nos voeux, en donnant suite à nos propositions.

Enfin, transmise aux cours alliées elles-mêmes, la pièce en question serait accompagnée d’une dépêche qui les engagerait d’une part à expédier dans le plus bref délai possible à leurs ministres et agents auprès de la Porte l’ ordre d’ appuyer notre démarche, de l’ autre, à s’ entendre promptement avec nous sur la coopération morale ou matérielle que nous leur demandions pour le cas où les Turcs, ne prenant conseil que de leur obstination, nous forceraient à poursuivre le second but de notre plan primitif.

La durée du terme péremptoire que nous fixerions au gouvernement turc pour l’ évacuation des principautés et la mise à execution d’un changement absolu de système, paraîtrait devoir être calculée d’après la saison qui s’ avance, la nécessité où les troupes seraient de marcher, si la générosité de s.m.i. était meconnue, et l’ importance majeure qu’il y aurait de ne pas laisser aux Turcs le temps de détruire les principautés, et de mettre un désert entre notre armée et le Danube. Ce terme semblerait par conséquent ne pas devoir dépasser le 20 septembre. Il serait entendu que ce jour-là, même si toutes nos demandes

Σελ. 197
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/4/gif/198.gif&w=550&h=800

n’avaient pas été seulement accueillies, mais exécutées, l’ armée de Pruth commencerait son mouvement.

Nous pourrions encore profiter du délai de la sommation pour faire savoir d’avance tant aux habitants de la Valachie et de la Moldavie, qu’aux Serviens et aux Grecs, que la Russie, en frappant de sa réprobation les coupables, n’a point été insensible aux malheurs des innocents, qu’elle exerce son droit de protection, mais que si elle est forcés de recourir à des mesures coercitives, ce ne sera que pour remplir ses devoirs, pour obtenir l’ exécutions de ses traités, et que prête à défendre l’ infortune, à venger l’ humanité et la religion, elle ne sera jamais l’ auxiliaire des hommes qu’égareraient ou l’ esprit funeste qui caractérise les révolutions de nos jours, ou de folles espérances, ou une fatale communauté de desseins avec eux dont l’ audace a déjà attiré tand de désastres sur leur partie.

Si s.m.i. daignait approuver le présent agenda, les pièces qui resteraient à lui soumettre, seraient:

soit une déclaration, précédant la marche des troupes, soit une sommation au gouvernement turc;

des communications analogues tant aux cours alliées, qu’a leurs ministres et agents à Constantinople;

des instructions éventuelles pour le général en chef de l’ armée du Pruth.

«Οι απαντήσεις του Διβανίου της Κωνσταντινούπολης είναι γνωστές και οι κακές προαισθήσεις μας δικαιολογημένες. Οι Τούρκοι επιμένουν πράγματι στο σύστημά τους. Αποδίδουν στους εαυτούς τους ακόμη το δίκαιο, παραγνωρίζουν όλες τις υποχρεώσεις που οι συνθήκες τους επιβάλλουν έναντι των λαών της Βλαχίας, της Μολδαβίας και της Ελλάδας, δεν καταδέχονται να δίνουν εξηγήσεις για τα μέτρα που πήραν για το εμπόριο και τους Ρώσους υπηκόους - παραβιάζοντας όλες τις συνθήκες τους με τη Ρωσία - και συνεχίζουν να διαμαρτύρονται για τις φιλικές τους προθέσεις απέναντί μας. Αυτή τη στιγμή ο βαρώνος Στρόγγανωφ πρέπει να έχει εγκαταλείψει την Κωνσταντινούπολη, και η Ρωσία δεν διατηρεί πια διπλωματικές σχέσεις με την Πύλη.

Το πρώτο θέμα για συζήτηση που παρουσιάζεται σχετικά μ’ αυτή την πολιτική κατάσταση, είναι ασφαλώς το να πληροφορηθούμε τί οφείλει να πράξει η Ρωσία για να παραμείνει σταθερά πιστή στο σύστημα που υιοθέτησε τόσο απέναντι στην τουρκική κυβέρνηση, όσο και απέναντι στις συμμαχικές Δυνάμεις.

Έχοντας αυτή την επιδίωξη, θα υπενθυμίσουμε κατ’ αρχήν το διπλό σκοπό που η Ρωσία είχε ορίσει σ’ αυτό το σύστημα και που αποδεικνύει με όλη

Σελ. 198
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/4/gif/199.gif&w=550&h=800

την επιθυμητή σαφήνεια (τις προθέσεις της) και το υπόμνημα που το πρωτότυπό του παραδόθηκε στον κ. ντέ Στρόγγανωφ καθώς και τις διακοινώσεις που με την ίδια ημερομηνία απευθύνθηκαν στις αυλές της Βιέννης, του Παρισιού, του Λονδίνου και του Βερολίνου.

Λέμε ότι ο σκοπός του συστήματος μας ήταν διπλός. Πράγματι, με τις προτάσεις μας στην Πύλη «θέλαμε αυτό που οι συνθήκες μας υποχρέωναν να θέλουμε, θέλαμε τη διατήρηση της Τουρκικής κυβέρνησης με τους όρους που θα ταίριαζαν με τα θρησκευτικά και πολιτικά καθήκοντα της αυτοκρατορικής του μεγαλειότητας», μ’ άλλα λόγια «θέλαμε να συμβιβάσουμε το ενδιαφέρον που οφείλει να εκδηλώνει η ρωσική κυβέρνηση στην τουρκική κυβέρνηση, με το ενδιαφέρον που μπορεί να δείχνει για τους χριστιανούς που κατοικούν στην Ευρωπαϊκή Τουρκία».

Εάν οι προτάσεις δεν είχαν γίνει αποδεκτές, θα θεωρούσαμε την Οθωμανική Πύλη «σαν να έχει παραβιάσει τους τρεις ουσιώδεις όρους της συνύπαρξής της με τις άλλες Δυνάμεις της Ευρώπης και σαν να έχει τεθεί ipso facto σε κατάσταση εχθροπραξίας εναντίον του χριστιανικού κόσμου».

Σ’ αυτή τη λυπηρή περίπτωση, ο δεύτερος σκοπός του συστήματός μας ήταν να επιτύχει τη σύμπραξη, είτε ηθική είτε υλική, των συμμάχων μας «για να επαναφέρουμε την τάξη στην Ανατολή και να ωφελήσουμε τις χώρες από τις οποίες συντίθεται η Ευρωπαϊκή Τουρκία, με μια ευτυχισμένη και άβλαβή πολιτική ύπαρξη».

Εξάλλου, με την προοπτική να πετύχουμε πιο εύκολα και πιο σίγουρα τον πρώτο στόχο που προτείναμε στους εαυτούς μας, πιέσαμε τις συμμαχικές αυλές να υποστηρίξουν τα διαβήματα του κ. ντε Στρόγγανωφ, παρέχοντας τις καλές τους υπηρεσίες στο Διβάνι.

Τέτοιες ήταν οι προθέσεις μας. Εάν τώρα προσθέσουμε μια σύντομη ανακεφαλαίωση των γεγονότων, όπως και των συνεπειών που μπορούν να προκύψουν, έχουμε την τόλμη να πιστεύουμε πως τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν, θα προκύψουν, για να το πούμε έτσι, από μόνα τους.

Οι υπουργοί των συμμαχικών αυλών παραχώρησαν στον βαρώνο Στρόγγανωφ, τόσο με αποτελεσματικότητα όσο και με ευθύτητα, όλη τη συμπαράταση που μπορούσε να συνεισφέρει στην επιτυχία της τελικής διαπραγμάτευσης, αλλά απέτυχαν όπως αυτός, και, καθώς ο ίδιος, είδαν τους Τούρκους να απορρίπτουν μέσα στην τύφλωσή τους, τις πιο δίκαιες προτάσεις.

Αυτή η άρνηση έμελλε όχι μόνο να διακόψει κάθε σχέση ανάμεσα σε μας και στο Διβάνι, αλλά επί πλέον μας έκανε να αδυνατούμε να επαναλάβουμε καινούργιες διαπραγματεύσεις μαζί του, εκτός από την περίπτωση μιας αλλαγής στις αντίστοιχες θέσεις, γιατί το έγγραφό μας αναφέρει ρητά ότι το διάβημά μας στην Οθωμανική Πύλη είναι η τελευταία υπηρεσία που η Ρωσία θα μπορέσει να προσφέρει στους Τούρκους, και το κύριό μας έγγραφο στον βαρώνο Στρόγγανωφ επαναλαμβάνει με λόγια όχι λιγότερο συγκεκριμένα καί

Σελ. 199
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/4/gif/200.gif&w=550&h=800

όχι λιγότερο θετικά: «Οφείλαμε να ειδοποιήσουμε μια τελευταία φορά την Πύλη για τους κινδύνους στους οποίους εκτίθεται. Αυτή η υπηρεσία είναι η μοναδική που θα γίνει δυνατό να δεχθεί σήμερα. Οταν θα της την έχουμε παράσχει, η εποχή των συμβουλών και των διακηρύξεων θα έχει φθάσει στο τέλος της».

Δεδομένου ότι, σύμφωνα μ’ αυτές τις αρχές και την απάντηση της Πύλης, δεν μπορούμε πια, στο εξής να δίνουμε αμοιβαίες εξηγήσεις, έπεται ότι ο πρώτος σκοπός του συστήματος μας — η διατήρηση της τουρκικής Κυβέρνησης με συνθήκες που συμβιβάζονται με τα θρησκευτικά και πολιτικά καθήκοντα της Ρωσίας — δεν θα ήταν του λοιπού δυνατόν να επιτευχθεί μέσω αμέσων διαπραγματεύσεων.

Μένει λοιπόν να εξετάσουμε:

1. Αν η Ρωσία πρέπει γι’ αυτόν τον λόγο να παραιτηθεί απ’ αυτόν τον πρώτο στόχο, δηλαδή να απορρίψει κάθε δυνατή περίπτωση συμβιβασμού με τους Τούρκους και να μην ακολουθήσει παρά το δεύτερο, δηλαδή να περιμένει να αναγνωρίσουν οι συμμαχικές δυνάμεις ότι η Οθωμανική κυβέρνηση δεν μπορεί να συνυπάρξει πια με τα άλλα κράτη της Ευρώπης και ότι έχοντας αυτή την πεποίθηση μας παρέχουν την ηθική η υλική συμπαράστασή τους για να επαναφέρουμε την τάξη και την ειρήνη στην Ανατολή·

2. Αν πρέπει να εναποθέσει η αυλή της Ρωσίας κάθε ενδεχόμενο συμβιβασμού με τους Τούρκους στα επακόλουθα μόνο της επιρροής που μπορούν να ασκήσουν οι άλλες συμμαχικές αυλές στις αποφάσεις της Πύλης·

3. Αν υποθέσουμε ότι αυτά τα δύο θέματα θα επιλυθούν αρνητικά, ποια είναι τα μέτρα που πρέπει να πάρει η Ρωσία για να διατηρήσει ακηλίδωτη και αναλλοίωτη όλη την αγνότητα και όλη την ηθική δύναμη του συστήματος που ακολουθεί στις υποθέσεις της Ανατολής, τόσο έναντι των Τούρκων, όσο και των συμμαχικών αυλών, με τις οποίες την ενώνει μια τόσο ευγενική, όσον αφορα το αντικείμενό της, και σωτήρια, όσον αφορά τα αποτελέσματά της, συμμαχία;

»Ad primum, θεωρούμε σαν ανωφελο και πρώιμο το να συζητήσουμε εάν η επίγνωση που πρέπει να έχουν ήδη οι συμμαχικές κυβερνήσεις γι’ αυτά τα λυπηρά γεγονότα, τις έχει πείσει ολοκληρωτικά για την αδυναμία στην οποία περιέρχεται η τουρκική κυβέρνηση να συνυπάρξει πλέον με τις χριστιανικές κυβερνήσεις, και να συνδράμει με έναν έμμεσο τρόπο, όπως το είχε κάνει μέχρι αυτή την εποχή της γενικής δυστυχίας, στη διατήρηση της γενικής ειρήνης. Μάς φαίνεται, πρώτον, ότι δεν θα μπορούσαμε να διαβεβαιώσουμε ότι τέτοια θα είναι από τώρα και στο εξής η άποψη όλων των συμμαχικών κυβερνήσεων, και παίρνουμε το θάρρος να παρατηρήσουμε, δεύτερο, πως παρ’ όλα αυτά, μερικοί ανάμεσά τους θα είχαν ακόμη αυτή την γνώμη, θα έπρεπε τέλος να περιμένουμε ότι περισσότερο χειροπιαστές αποδείξεις για την αδυναμία της

Σελ. 200
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/4/gif/201.gif&w=550&h=800

συνύπαρξης της Οθωμανικής αυτοκρατορίας με το υπόλοιπο της χριστιανοσύνης θα έρθουν να χτυπήσουν την Ευρώπη, και ότι η πίστη της Ρωσίας σ’ αυτό, μη μπορώντας ποτέ να θεωρηθεί σαν έκφραση αυτών των ευχών, αντιμετωπίστηκε πάντα σαν μια αναμφισβήτητη πραγματικότητα, μια άκαταμάχητη αναγκαιότητα.

»Για να στερεωθούν αυτές οι χειροπιαστές αποδείξεις για τις οποίες μιλάμε, σ’ όλη τους την ισχύ πρέπει να συμβεί κάποιο από τα ακόλουθα τρία πράγματα: η οι Τούρκοι να θριαμβεύσουν, εξολοθρεύοντας τους υποταγμένους στην εξουσία τους χριστιανούς, η οι χριστιανοί θα θριαμβεύσουν κατακτώντας μιαν ανεξάρτητη υπόσταση, η ακόμη τέλος να παραταθεί απεριόριστα η πάλη μεταξύ των δύο λαών.

Στην πρώτη υπόθεση, όταν θα είχαν καταστραφεί όλα όσα η Ρωσία οφείλει να προστατεύει, στηριζόμενη στις συνθήκες, η εξασθένηση της Οθωμανικής δύναμης θα ήταν δυνατή και εάν όντως ήταν θα προσέφερε κάποιο ηθικό η υλικό πλεονέκτημα στη Ρωσία;

Στη δεύτερη, η επανάσταση που θα είχε νικήσει τους Τούρκους, θα γινόταν αποδεκτή σαν ένα στοιχείο δημόσιας τάξης στην Ευρώπη; Και από μια άλλη πλευρά, θα μπορούσαν να μάχονται δίκαια και επιτυχώς αυτή την επανάσταση, όταν θα της είχαν αφήσει τον χρόνο να καθιερωθεί σαν ενεργή δύναμη;

Στην τρίτη τέλος (υπόθεση), που στο εξής προσεγγίζει τη δεύτερη ως προς τις συνέπειές της, η αμοιβαία απελπισία αυτών των δύο λαών δεν θα είχε γίνει τόσο δυνατή, δεν θα είχαν διαφθαρεί και οι δύο από τη μανία τους και το πολεμικό πνεύμα, παρ’ ότι η επιχείρηση στην οποία θα αποδύονταν οι ευρωπαϊκές Δυνάμεις, θα συνίστατο κατά βάθος σ’ αυτό το τόσο δύσκολο σε εκτέλεση σχέδιο, που ο πρίγκιπας του Μέττερνιχ επιβεβαιώνει μέσα σε ένα από τα τελευταία του γράμματα, να εκπατρίζει και αλλοιώνει έναν ολόκληρο πληθυσμό;

»Αυτά τα θέματα που αφορούν στην πρώτη, μεταξύ εκείνων με των οποίων την εξέταση απασχολούμαστε, μοιάζουν να βρίσκονται μακρυά από το να προσφέρουν λύσεις ικανοποιητικές για όλους, σε περίπτωση που η Ρωσία θα παρέτεινε την απραξία της, με προοπτική να παράσχει στις συμμαχικές Δυνάμεις τις χειροπιαστές αποδείξεις της αδυναμίας συνύπαρξης της τουρκικής κυβέρνησης με τις χριστιανικές κυβερνήσεις. Θέτοντας εξ άλλου για μοναδική βάση διαπραγματεύσεων με τις συμμαχικές Δυνάμεις την αδυναμία αυτής της συνύπαρξης και, κατά συνέπεια, την αναγκαιότητα ενός γενικού πολέμου, όχι μόνον η Ρωσία θα ήταν σύμφωνη για την υπευθυνότητα της πιο σπουδαίας απόφασης που θα είχε λάβει η πολιτική εδώ και μισό αιώνα, αλλά ακόμη θα παραιτείτο μετά απ’ αυτή τη μέρα από τα πλεονεκτήματα που της εξασφαλίζουν οι συνθήκες του Καϊναρτζή, του Ιασσίου και του Βουκουρεστίου. Η Ρωσία πράγματι θα βρισκόταν τότε στο επίπεδο των άλλων Δυνάμεων, που δεν έχουν παρ’ όλα αυτά ούτε κοινή πίστη, ούτε ομόθρησκους

Σελ. 201
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/4/gif/202.gif&w=550&h=800

να προστατεύσουν στην Ανατολή και που δεν έχουν επιπλέον στις όχθες της Μαύρης θάλασσας κτήσεις, των οποίων το εμπόριο και η ευημερία, αφού είχαν μια τόσο επιτυχημένη ανάπτυξη κάτω από την προστασία των ειδικών τους προνομίων, θα εξασθένιζαν σε λίγο, αν στερούνταν συμφωνίες κηδεμονίας, στις οποίες όφειλαν και την αιφνίδια γέννησή τους και τη θαυματουργή ανάπτυξή τους.

Ζυγισμένες με όλη την προσοχή που απαιτούν, αυτές οι τόσο σοβαρές σκέψεις, μας κάνουν να πιστέψουμε πως όσο επιβάλλεται να πάρουμε θέση που επιτρέπει στην πορεία των γεγονότων να κατευθύνει τις αποφάσεις των συμμαχικών αυλών κατά τις ανεξιχνίαστες βουλές της θείας Πρόνοιας, άλλο τόσο φαίνεται χρήσιμο και αναγκαίο η Ρωσία, χωρίς να απομακρυνθεί από το γράμμα των καθηκόντων που της υπαγορεύουν αυτές οι συνθήκες, να εξακολουθήσει για την ώρα να ακολουθεί με καινούργιες μεθόδους τον πρώτο σκοπό, που είχε κατά νου: τη διατήρηση της τουρκικής κυβέρνησης (διακυβέρνησης) με όρους σύμφωνους προς τις θρησκευτικές και πολιτικές της υποχρεώσεις.

» Ad secundum: Εάν τέτοια είναι η απόφαση που παίρνει, οφείλει να εμπιστεύεται αποκλειστικά στην επιρροή που οι συμμαχικές αυλές θα ασκήσουν πάνω στην τουρκική κυβέρνηση, με όλα τα ενδεχόμενα ενός προνομιακού και τιμητικού συμβιβασμού;

Αυτό το θέμα, έχοντας περιορισθεί στα πραγματικά του όρια, καθίσταται εύκολο να επιλυθεί, γιατί κατά βάθος θα εμπιστευόμασταν τα συμφέροντά μας σε μια ξένη μεσολάβηση, που θα είχε προκύψει από τη δύναμη των περιστάσεων, και από την οποία η Ρωσία, ούτε όμως και τα γενικά συμφέροντα, δεν θα είχαν κανένα όφελος ούτε για το παρόν ούτε για το μέλλον.

Θα ήταν περιττό να κάνουμε μακροχρόνιες παρατηρήσεις, προκειμένου να αποδείξουμε τα πολυάριθμα άτοπα, που η Ρωσία θα φοβόταν δικαίως από ένα συμβιβασμό που θα είχε συνομολογηθεί από άλλες Δυνάμεις, για λογαριασμό της, αλλά χωρίς την παρουσία της.

Και κατ’ αρχήν, κατά πάσα πιθανότητα, αυτός ο συμβιβασμός δεν θα βασιζόταν στις τελευταίες προτάσεις που απευθύναμε στην Πύλη, γιατί αν μια ξένη επιρροή θα είχε κατορθώσει να τις κάνει αποδεκτές, ασφαλώς δεν θα είχαμε αντιμετωπίσει άρνηση σήμερα, και ο βαρώνος Στρόγγανωφ δεν θα είχε βρεθεί στην ανάγκη να εγκαταλείψει την Κωνσταντινούπολη.

Επειδή δε θα μπορούσαμε, εν τούτοις, να υιοθετήσουμε άλλες διαπραγματευτικές βάσεις, ας υποθέσουμε για μια στιγμή ότι η μεσολάβηση των άλλων αυλών επιτυγχάνει τη συγκατάθεση της τουρκικής κυβέρνησης: θα προέκυπτε απ’ αυτό ότι θα είχαμε συνάψει μαζί της μια προνομιακή και διαρκή ειρήνη; Μπορούμε λογικά να δεχθούμε ότι οι ξένες Δυνάμεις θα έκαναν τους Τούρκους να την προσυπογράψουν, χωρίς να τους εγγυηθούν μια διαρκή

Σελ. 202
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/4/gif/203.gif&w=550&h=800

παρέμβαση σε όλες τις συζητήσεις τους με τη Ρωσία, πάνω στην εκτέλεση της συνθήκης του Βουκουρεστίου, πάνω στη διοίκηση της Βλαχίας και της Μολδαβίας, πάνω στην αντιπαραχώρηση ενός μέρους της ασιατικής παραλίας, πάνω στις εμπορικές συμφωνίες κλπ.;

Ποιες θα ήταν τότε οι σχέσεις μας με την Πύλη: ότι δεν έχουμε δικαίωμα να αποφαινόμαστε ότι δεν αποδεχόμαστε καμμιά συνθήκη, κανένα συμβιβασμό, εάν πρόκειται να συνομολογηθεί με ξένη μεσολάβηση;

Ένα άλλο συμπέρασμα που εξάγεται και που δεν φαίνεται ούτε λιγότερο σωστό, ούτε λιγότερο φυσικό, είναι ότι όσο προσπαθούμε να επιτύχουμε τον πρώτο μας σκοπό, οι συμμαχικές αυλές οφείλουν να περιορισθούν, όπως τους το έχουμε ζητήσει, στο να υποστηρίξουν τις προτάσεις μας και να αποδείξουν στους Τούρκους πόσο είναι δίκαιες, αλλά χωρίς ποτέ να γίνονται οι ίδιες μεσολαβήτριες.

Όταν ο δεύτερος σκοπός θα καταστεί αυτός, στον οποίο θα στοχεύουν με κοινή συμφωνία οι κυριώτερες αυλές της Ευρώπης, οι αντίστοιχές τους θέσεις θα είναι πολύ διαφορετικές. Η πτώση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας θα έχει αποφασισθεί κατ’ αρχήν. Οι Τούρκοι δεν θα υπάρχουν πια στα μάτια των παρεμβαινουσών Δυνάμεων. Όλες οι συνθήκες τους με την Τουρκία θα πρέπει να θεωρηθούν εκ των προτέρων άκυρες. Και η ίδια η Ρωσία δεν θα είναι πια παρά μια γειτονική δύναμη, που θα έχει γεννηθεί προστάτιδα για τους ομοθρήσκους της. Θα συζητήσει ένα καινούργιο θέμα με τους συμμάχους της, αλλά χωρίς να παραβαίνει κανένα από τα θετικά δικαιώματά της, γιατί κάθε θετικό δικαίωμα και κάθε προνόμιο προϋποθέτει εδώ την ύπαρξη της Πύλης και των συνθηκών που συνάφθηκαν μαζί της.

Επί πλέον, μελετώντας την υπόθεση της μεσολάβησης ή της ξένης επιρροής, δεν θα ήταν δυνατό να μην αντιλαμβανόμαστε όλο και περισσότερο, πόσο ελάχιστες είναι οι πιθανότητες, του να πείσει αυτή η επιρροή τους Τούρκους να συμφωνήσουν στις προτάσεις της Ρωσίας. Νομίζουν ότι της έχουν δώσει απάντηση, καθ’ όσον αγνοούν ποια εντύπωση θα έχει δημιουργήσει η απάντησή τους στην αυτοκρατορική του Μεγαλειότητα. Δεν υπάρχει καμμιά δικαιολογία για να αλλάξουν σύστημα η για να μας εκδηλώσουν πιο συμβιβαστικές διαθέσεις.

Τίποτε δεν μας επιτρέπει συνεπώς να ελπίζουμε μέχρις αυτή την ώρα, ότι μια ξένη επιρροή μπορεί να τους επιβάλει ν’ αλλάξουν τις αποφάσεις τους. Θα επαναλαμβάνουν πάντα στους ξένους υπουργούς (πρέσβεις): Ας δούμε αυτό που η Ρωσία πράττει και θα πράττει, και ύστερα θα συνθηκολογήσουμε.

Αυτή η σκέψη μας οδηγεί σε ένα τρίτο θέμα:

» Ad tertium: Σύμφωνα με τα όσα ήδη μόλις εκθέσαμε, φαίνεται αναμφισβήτητο ότι με τη στάση της προς την Πύλη και τους χριστιανούς της Ανατολής, όπως και με τις διακηρύξεις που θα κάνει προς τις συμμαχικές αυλές, η Ρωσία

Σελ. 203
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/4/gif/204.gif&w=550&h=800

οφείλει να αποδείξει (μέχρι να καταδείξει ότι όλες οι προσπάθειές της τείνουν προς τον πρώτο σκοπό του συστήματος της) ότι προσπαθεί να φθάσει σ’ αυτόν απ’ ευθείας και με τα δικά της μέσα, και ότι, αν και συνεχίζει να ζητά την ηθική συμπαράσταση των συμμάχων της, δεν θα μπορούσε να δεχθεί ξένη μεσολάβηση.

Αλλά ποια είναι λοιπόν αυτή η θέση; Βάσει ποιας σκέψης πρέπει να διατυπωθούν αυτές οι διακοινώσεις;

Δεν μπορούμε πια να ανοίξουμε άμεση συζήτηση με την Πύλη. Το διπλωματικό μας όργανο εγκατέλειψε την Κωνσταντινούπολη: δεν έχουμε πια σχέσεις με τους Τούρκους. Δεν θα μπορούσαμε λοιπόν να τους μιλάμε τώρα παρά τη γλώσσα των πράξεων η να τους απειλήσουμε ότι θα τη μιλήσουμε, αν δεν αλλάξουν αποφάσεις απέναντι μας.

Γεγονότα

»Το μόνο μέσο που φαίνεται να περικλείει όλες τις αλήθειες, τις οποίες οι Τούρκοι επιμένουν πεισματικά να παραγνωρίζουν και που είναι παρ’ όλα αυτά απαραίτητο να τους κάνουμε να υπολογίσουν, είναι εκείνο που θα τους πίεζε να απαλλάξουν τα πριγκηπάτα από την παρουσία τους.

Η διακήρυξη που θα προηγείτο απ’ αυτό το σπουδαίο γεγονός και η πορεία της στρατιάς του Προύθου δεν θα συνιστούσαν καθόλου μια κήρυξη πολέμου και θα ανήγγελαν μόνο την πρόθεση να επιτύχουμε μέσω της προσωρινής κατάληψης της Βλαχίας και της Μολδαβίας τους μόνους όρους, κάτω από τους οποίους η ειρήνη είναι δυνατή και προσφέρει εγγυήσεις διαρκείας.

Θα αναλαμβάναμε απέναντι στην Ευρώπη την υποχρέωση να αποσύρουμε τις δυνάμεις μας από τις δύο ηγεμονίες, μόλις θα παραχωρήσουν οι Τούρκοι στους κατοίκους τους και στην αθώα πλειονότητα της Ελλάδας την ήσυχη απόλαυση των προνομίων, που τρεις διαδοχικές συνθήκες συμφώνησαν υπέρ αυτών.

Έχοντας συμφέρον να δούν τη σύναψη αυτής της συμφωνίας, αποβαίνοντας ισχυρές, από την εύνοια που δείχνουν στην τουρκική κυβέρνηση, πιο ισχυρές ακόμη λόγω της παρουσίας των δυνάμεών μας πάνω στον Δούναβη, οι συμμαχικές αυλές θα μπορέσουν τότε περισσότερο εύκολα να αναγκάσουν τους Τούρκους να δεχθούν ένα σύστημα ειρήνης και συμφιλίωσης.

Χαράσσοντας έτσι ένα συντηρητικό χαρακτήρα σ’ αυτά τα μέτρα, θα ωθούσαμε τους Τούρκους στη μετριοπάθεια, εάν η μετριοπάθεια τους είναι δυνατή, και από μια αναγκαία αντίδραση, θα καθησύχαζαν ταυτόχρονα την απελπισία και τις υπερβολικές απαιτήσεις των Ελλήνων. Θα ήταν έτοιμοι να ακολουθήσουν τις συμβουλές των συμμαχικών Δυνάμεων, από τη στιγμή που θα τις έβλεπαν από μόνες τους έτοιμες να εκδηλωθούν υπέρ αυτών ανάμεσά

Σελ. 204
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/4/gif/205.gif&w=550&h=800

τους, και το αξίζουν αυτό το ευνοϊκό και ειλικρινές ενδιαφέρον, που η θρησκεία και η φιλανθρωπία τους επιτρέπουν να περιμένουν με εύλογη εμπιστοσύνη.

Εάν τέτοια ήταν η θέση που θα έπαιρνε η Ρωσία, η διακήρυξή μας που στάλθηκε στο Βεζύρη, θα χρησίμευε για απάντηση και για ανασκευή στις διακοινώσεις του.

Αφού θα είχε αποσταλεί στις συμμαχικές Δυνάμεις, θα είχε επισυναφθεί σε μια πρόσκληση για επανάληψη των προσπαθειών προς την Τουρκική κυβέρνηση, για να την ωθήσουν να συμφωνήσει μαζί μας πάνω στη βάση των προτάσεών μας.

Μ’ αυτόν τον τρόπο θα επιδιώκαμε την εκπλήρωση της πρώτης μας επιθυμίας και ασφαλώς ολόκληρη η Ευρώπη δεν θα μπορούσε να διακρίνει στα μέτρα μας παρά ένα αποτελεσματικό μέσο για να εξαναγκάσουμε τους Τούρκους να επιθυμούν την προσωπική τους σωτηρία. Αλλά, και αν παρ’ όλα αυτά, θα αποτυγχάναμε, το γενικό θέμα πάνω στο οποίο έχουμε προκαλέσει τις συμμαχικές Δυνάμεις να εκφέρουν τις απόψεις τους θα παρέμενε ανεπίλυτο με το τεράστιο πλεονέκτημα να μπορεί να συζητηθεί με άνεση και να επιλυθεί χωρίς σπουδή, επειδή οι αναβολές και τα χρονικά περιθώρια δεν θα έβλαπταν στο εξής σοβαρά κανένα ηθικό η υλικό συμφέρον των Δυνάμεων που συνορεύουν με την Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Απειλή να μιλήσουμε με «σκληρή γλώσσα» στην Τουρκική Αυτοκρατορία

Αντί να συζητάμε με τους Τούρκους στην πράξη, θα τους μιλούσαμε αποτελεσματικότερα απειλώντας τους ότι θα δράσουμε, εφόσον σε μια καθορισμένη προθεσμία από την ημέρα της επίδοσης της κοινοποίησης, οι δυνάμεις τους δεν θα είχαν εκκενώσει τελείως την Βλαχία και τη Μολδαβία, εάν οι οσποδάροι τους δεν θα είχαν αποκατασταθεί αμέσως και αν μια επανορθωτική διοίκηση δεν θα είχε συσταθεί σύμφωνα με τους όρους των συνθηκών και με την συνδρομή της Ρωσίας, εάν τέλος φανερές και αναμφισβήτητες πράξεις δεν θα πιστοποιούσαν μιαν απόλυτη αλλαγή του συστήματος εκ μέρους του μεγάλου αυθέντη, όπως και του σχεδίου που μπήκε- ήδη σε εκτέλεση, να διαχωρίσει τους ενόχους από τους αθώους και να συντελέσει στο να σταματήσει ο εξολοθρευτικός πόλεμος ενάντια στους χριστιανούς που κατοικούν αυτά τα Κράτη.

Όσον αφορά τα μέτρα εξαναγκασμού που θα υιοθετούνταν, εάν η πρόσκληση για την οποία μιλάμε δεν θα έφερνε το επιθυμητό αποτέλεσμα πάνω στους Τούρκους, θα συνιστούσαν την κατάληψη των ηγεμονιών και την επιβολή ενός εμπάργκο για όλα τα εμπορικά πλοία στα λιμάνια της Μαύρης θάλασσας.

Η κατάληψη δεν θα λάμβανε χώρα, παρά υπό τις προϋποθέσεις που έχουν επισημανθεί παραπάνω.

Σελ. 205
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/4/gif/206.gif&w=550&h=800

Η πρόσκλησή μας στην τουρκική κυβέρνηση θα απευθυνόταν στον Βεζύρη σε απάντηση των επιστολών του, και θα καλούσαμε τον αρχιστράτηγο της στρατιάς του Προύθου να την στείλει στο τουρκικό στρατόπεδο με έναν απεσταλμένο. Αυτό το ίδιο έγγραφο θα κοινοποιούνταν στους διαπιστευμένους στην Κωνσταντινούπολη υπουργούς των συμμαχικών Δυνάμεων, καλώντας τους να ασκήσουν όλη τους την επιρροή για να πείσουν την τουρκική κυβέρνηση να εισακούσει τις ευχές μας, δίδοντας συνέχεια στις προτάσεις μας.

» Τέλος, κατά την κοινοποίησή του στις ίδιες τις συμμαχικές αυλές, το έγγραφο αυτό θα συνοδευόταν από ένα επίσημο έγγραφο, που θα τις ανάγκαζε από τη μια να αποστείλουν το ταχύτερο δυνατό στους υπουργούς τους και τους απεσταλμένους στην Πύλη τη διαταγή να υποστηρίξουν το διάβημά μας, και από την άλλη να συμφωνήσουν γρήγορα μαζί μας, όσον αφορά την ηθική και υλική συνεργασία που ζητάμε απ’ αυτές, για την περίπτωση που οι Τούρκοι, υπακούοντας μόνο στην ισχυρογνωμοσύνη τους, θα μας ανάγκαζαν να ακολουθήσουμε το δεύτερο στόχο του πρωταρχικού μας σχεδίου.

Η διάρκεια της εμετάθετης προθεσμίας που θα καθορίζαμε στην τουρκική κυβέρνηση για την εκκένωση των ηγεμονιών και την απαρχή της πραγματοποίησης μιας απόλυτης αλλαγής του συστήματος, θα φαινόταν ότι πρέπει να υπολογισθεί από την περίοδο που προηγείται, την ανάγκη στην οποία θα βρίσκονταν οι Δυνάμεις να προχωρήσουν, εάν παραγνωριζόταν η γενναιοδωρία της Αυτοκρατορικής του Μεγαλειότητας, όπως και η τεράστια σημασία που υπήρχε στο να μην δώσουμε στους Τούρκους τον χρόνο να καταστρέψουν τα αδύναμα υπολείμματα ύπαρξης και πληθυσμού που υφίστανται ακόμη στα πριγκηπάτα δημιουργώντας ρήγμα ανάμεσα στη στρατιά μας και στο Δούναβη.

Θα έμοιαζε κατά συνέπεια ότι αυτή η προθεσμία δεν πρέπει να ξεπεράσει τις 20 Σεπτεμβρίου. Θα ήταν συμφωνημένο ότι εκείνη τη μέρα, ακόμη και αν όλα τα αιτήματά μας δεν θα είχαν γίνει όχι μόνο αποδεκτά, αλλά και εκτελεστά, η στρατιά του Προύθου θα άρχιζε να κινείται.

» Μπορούμε ακόμη να επωφεληθούμε από την προθεσμία της πρόσκλησης να γνωστοποιήσουμε εκ των προτέρων, τόσο στους κατοίκους της Βλαχίας και της Μολδαβίας, όσο και στους Σέρβους και στους Έλληνες, ότι η Ρωσία, πλήττοντας τους ενόχους με την. αποδοκιμασία της, δεν ήταν καθόλου αναίσθητη στις συμφορές των αθώων ότι ασκεί το δικαίωμα της προστασίας, αλλά ότι αν εξαναγκασθεί να προστρέξει σε καταναγκαστικά μέτρα, δεν θα είναι παρά για να εκπληρώσει τα καθήκοντά της, για να επιτύχει την εκτέλεση των συνθηκών της, και ότι είναι έτοιμη να υπερασπισθεί τη συμφορά, τον ανθρωπισμό και τη θρησκεία, δεν θα γίνει ποτέ όμως επίκουρος των ανθρώπων που παραπλανούσαν η του ολέθριου πνεύματος που χαρακτηρίζει τις επαναστάσεις στις μέρες μας, ή των τρελλών ελπίδων, ή μιας μοιραίας κοινότητας

Σελ. 206
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/4/gif/207.gif&w=550&h=800

στόχων με εκείνους των οποίων η τόλμη ήδη προξένησε τόσες καταστροφές στην πατρίδα τους.

Εάν η Αυτοκρατορική του Μεγαλειότητα καταδεχόταν να εγκρίνει το παρόν υπόμνημα, τα έγγραφα που απόμενε να του υποβάλουμε, θα ήταν: ή μια διακήρυξη που θα προηγούνταν της μετακίνησης των στρατευμάτων, ή μια πρόσκληση στην Τουρκική κυβέρνηση,

- διακοινώσεις ανάλογες, τόσο στις συμμαχικές αυλές, όσο και στους υπουργούς και διπλωμάτες τους στην Κωνσταντινούπολη.

- ενδεχόμενες οδηγίες προς τον αρχιστράτηγο της στρατιάς του Προύθου».

1. VPR, τομ. IB' σ. 256-261.

156

Σύντομο υπόμνημα προς τον τσάρο της Ρωσίας Αλέξανδρο (11/23 Οκτωβρίου 1821)1

Pro memoria

Des hommes coupables ont compromis la nation grecque dans le double dessein d’exciter la vengeance sanguinaire des Turcs contre elle et de porter ainsi la Russie à la défendre et, par conséquence, à faire la guerre à la Porte.

La Russie a frappé et frapper toujours de son improbation ces hommes de malheur. Elle déplore les calamités qui pèsent sur ses coreligionnaires. Et si, sans agir en leur faveur, elle s’est bornée à suspendre ses relations avec la Porte, c’est que faire davantage, c’eût été faire la guerre. Et faire la guerre sans avoir reconnu d’avance que nul autre moyen ne peut ramener les Turcs à un système de modération, c’eût été seconder les vues des révolutionnaires.

Ce qui a valu donc aux Moldaves et aux Valaques la dévastation de leur patrie, ce qui a coûté et ce qui coûte tant de sang et de larmes à la Grèce, c’est en origine, l’ oeuvre d’une poignée d’ hommes sans avenir et de quelques jeunes gens qui, sans s’en douter peut-être, sont devenus les instruments des artisans dé troubles qui sont répandus en Europe.

Au point où en sont les choses grâce surtout à l’ aveugle barbarie du gouvernement turc, il ne s’agit de rien moins que de sauver la Moldavie, |aValachie, la Servie et la Grèce d’un double fléau qui désole ces belles contrées, du fléau des Turcs et de celui, tout aussi redoutable, d’une révolution que la malveillance s’ efforce d’assimiler aux révolutions qui régnent dans la péninsule

Σελ. 207
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/4/gif/208.gif&w=550&h=800

occidentale de l’ Europe et qui ont été conquises en Italie.

C’est vers ce but que se dirigent les efforts de la cour de Russie, soit que la Porte ait la volonté et le pouvoir d’accueillir et de mettre à exécution les mesures préliminaires que la Russie lui a proposées, soit qu’il arrive le contraire.

Dans la première hypothèse, la Russie, demandera l’ exécution des traités et conséquemment des garanties qui assureraient aux principautés, à la Servie et en général à ses coreligionnaires das le Levant une existence paisible et exempte de toute offense.

Dans la seconde, l’ arbitre des destinées des peuples protégera celles des Moldaves, des Valaques, des Serviens et des Grecs.

Mais dans l’une et dans l’ autre hypothèse, la conduite que suivront les chefs qui dirigent ces peuples durant la crise actuelle, contribuera essentiellement aux résultats que la Russie s’ efforcera d’ obtenir.

Les Moldaves et les Valaques n’ont qu’à placer toute leur confiance dans leur protecteur et avoir patience.

Les Serviens doivent continuer à être modérés et prudents, afin d’éviter les complications désastreuses. La plus grande de toutes serait l’ occupation militaire de leur pays par les Turcs ou les voies de fait qu’ils opposeraient pour s’en préserver.

Les Grecs doivent enfin n’ épargner aucun soin, afin de bien caractériser aux yeux du monde leur situation actuelle,

Elle est strictement et nécessairement défensive. Ils ont pris les armes, parce que la Porte leur a déclaré la guerre par ses hatti-chérifs, par la nature et le nombre des victimes immolées à Constantinople, par leur système de mort et de destruction suivi en Moldavie et en Valachie.

Les Grecs donc se défendent, et pour se mettre à l’ abri des dangers dont ils sont menacés, ils tâchent de s’ emparer des forteresses et d’ôter à leur ennemi les moyens d’ accomplir à leur égard le plan de destruction qu’il s’est proposé.

En partant de là, les Grecs peuvent légitimer leurs armures maritimes et les efforts qu’ils font dans le but de préserver leur terre natale de l’ invasion des musulmans.

Dans cette voie ils doivent combattre lès Turcs partout où ils s’ assemblent dans le dessein d’ effectuer cette invasion.

Pour remplir leur grande, tâche, que doivent donc faire les Grecs? Se réunir dans un corps indissoluble et se tenir constamment sous les auspices de leur église. Car c’est par elle qu’ils existent et c’est pour elle qu’ils combattent et c’est elle seule qui peut les sauver.

Ce ne sont pas des républiques, ni des gouvernements représentatifs que les Grecs veulent fonder. Aujourd’hui ils ne font que se défendre d’un ennemi qui a juré leur perte. Lorsqu’ils se sont préservés de ce danger par leurs propres

Σελ. 208
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/4/gif/209.gif&w=550&h=800

moyens, ils s’occuperont alors de leur sort à venir et ils le croiront assuré, lorsqu’il ne dépendra plus du bon plaisir des Turcs, mais qu’il sera placé sous la sauvegarde des puissances européennes et surtout de la Russie.

En agissant d’ après ce système éminemment simple et vrai, en écartant soigneusement de leur conduite et de leur langage, tout ce que les révolutions modernes ont propagé de pennicieux dans le domaine des idées et des institutions sociales, les Grecs rempliront honorablement leur tâche et peuvent toujours espérer dans la bienveillande et dans la protection européenne.

Mais il ne faut pas qu’ils se contentent de bien parler. Il faut plus; il faut qu’ils gouvernent bien, et ils ne gouverneront bien qu’en mettant en pratique en tout et pour tout, constamment et indistinctement, les préceptes de la morale chrétienne.

Με το υπόμνημα αυτό επιχειρούνταν μια απογραφή των επιπτώσεων που είχαν στη Μολδαβία, τη Βλαχία, τη Σερβία και την Ελλάδα οι πρόσφατες επαναστατικές ταραχές. Κυρίαρχο πρόβλημα η τουρκική βαρβαρότητα εναντίον των χριστιανών υπηκόων. Για πρώτη φορά ο Καποδίστριας ενέκρινε με επίσημο έγγραφο τη νομιμότητα της προστασίας των Ελλήνων από τη μουσουλμανική εισβολή. Για να πετύχουν το μεγάλο αυτό στόχο θάπρεπε να συνενωθούν σε ένα «συμπαγές σώμα και να παραμείνουν σταθερά κάτω από την προστασία της εκκλησίας τους». Οι Έλληνες «υπερασπίζονται τους εαυτούς τους από ένα εχθρό που ορκίστηκε την εξόντωσή τους. Οταν προφυλαχθούν από τον κίνδυνο αυτό με τα δικά τους μέσα τότε θα μπορέσουν να φροντίσουν για τη μελλοντική τους τύχη που θα τη νοιώσουν εξασφαλισμένη όταν δεν θα ορίζεται πια από τις επιθυμίες των Τούρκων αλλά θα έχει τεθεί κάτω από τη μέριμνα των ευρωπαϊκών Δυνάμεων και κυρίως της Ρωσίας»2.

1. VPR. τομ. IB' σ. 327-329.

2. Προβλ. Αρχείον Ι. Καποδίστρια, τομ. A' σ. 70 κ.ε., Π. Πετρίδη, Η διπλωματική δράσις του Ι. Καποδίστρια υπέρ των Ελλήνων, σ. 140 κ.ε.

Σελ. 209
Φόρμα αναζήτησης
Αναζήτηση λέξεων και φράσεων εντός του βιβλίου: Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, τ. ΣΤ΄
Αποτελέσματα αναζήτησης
    Σελίδα: 190

    προσπάθειες της Ελληνικής εξέγερσης, η ειρήνη της Ευρώπης θα έχει εξασφαλιστεί καλύτερα; Δεν το πιστεύουμε ούτε αυτό.

    »Επομένως, και αν παρόλα αυτά δεχόμαστε για μια στιγμή την υπόθεση πάνω στην οποία στηρίζεται ο συλλογισμός της βρετανικής κυβέρνησης, θα απέβαινε πραγματικότητα πως ο μόνος τρόπος να ματαιώσουμε τους υπολογισμούς των υποκινητών των ταραχών στην Ευρώπη θα ήταν να συντελέσουμε ώστε να σταματήσει το συντομότερο δυνατό η επανάσταση της Ελλάδας και να προλάβουμε τις συνέπειες που θα επέφερε σήμερα, είτε οι Τούρκοι θριαμβεύσουν, είτε πέσουν σε συμφορές.

    Όμως, η πρόταση της κυβέρνησης του Λονδίνου, δεν φαίνεται τέτοια ώστε να μας κάνει να επιτύχουμε γρήγορα το σκοπό που είναι τόσο επιθυμητός.

    Θα μπορούσαμε εξ άλλου να παρατηρήσουμε ότι η Αγγλία βρίσκεται σε αντίφαση με τον εαυτό της. Μέχρι αυτήν την ημέρα η βρετανική κυβέρνηση αποδοκίμασε την παρέμβαση των συμμαχικών Δυνάμεων στις εσωτερικές υποθέσεις των άλλων κρατών. Τώρα θέλει να κρατήσει η Ρωσία σε εφεδρεία όλη την δύναμή της για να ασκήσει το δικαίωμα επέμβασης για να καταστείλει τις προσπάθειες των ατόμων που θέλουν την ανατροπή της καθεστυκυίας τάξης.

    Αυτή η αντίφαση είναι πιθανόν ο μόνος λόγος για τον οποίο απαγορεύεται στον κ. Ντεμπαγκό να δώσει αντίγραφο του εγγράφου (της επιστολής) του κ. Λονδόνδερυ στον λόρδο Στράντφορντ.

    Για να συνοψίσουμε, πιστεύουμε ότι οι αποφάσεις της Ρωσίας σε οτιδήποτε αφορά τις υποθέσεις της Ανατολής και η εκτέλεση των συνθηκών μας με την Πύλη οφείλουν να παραμείνουν εντελώς ανεξάρτητες και ότι μόνο η αυτοκρατορική του μεγαλειότητα μπορεί να θέσει όρια στην υπομονή του και στην αδράνειά του. Όσο περισσότερο οι Δυνάμεις θα μας βλέπουν έτοιμους να εξαρτήσουμε τη δράση μας από τις σχέσεις που θα τους γίνει αρεστό να υιοθετήσουν, τόσο περισσότερο θα απέχουν από τη δράση, τόσο περισσότερο η έπαρση των Τούρκων θα αυξηθεί, τόσο περισσότερο τα πάθη της Ανατολής θα επιδεινωθούν και τόσο περισσότερο θα βρισκόμαστε μακρυά από το αντικείμενο των επιθυμιών μας και του συστήματος μας».

    1. VPR, τομ. IB' σ. 242-245.