Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, τ. Α΄
Τίτλος: | Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, τ. Α΄ |
Τόπος έκδοσης: | Κέρκυρα |
Εκδότης: | Εταιρεία Κερκυραϊκών Σπουδών |
Συντελεστές: | Κώστας Δαφνής, Κ.Θ. Δημαράς, Αριστείδης Στεργέλλης |
Έτος έκδοσης: | 1976 |
Σελίδες: | 370 |
Θέμα: | Αποστολή εις Κεφαλληνίαν |
Αυτοβιογραφία | |
Εκπαιδευτική δράσις | |
Το Βιβλίο σε PDF: | Κατέβασμα αρχείου 53.42 Mb |
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/1/gif/295.gif&w=550&h=800
δίψαν κρέμονται εκ των χειλέων του ευπαιδεύτου και αξίου νεαρού καθηγητού Μουστοξύδη.
Κατά τον μήνα Μάρτιον το πλείστον μέρος των νέων τούτων θα συμπληρώση τα μαθήματα της Ιταλικής γραμματικής και επομένως θα προβιβασθή εις το μάθημα της ρητορικής.
Το σχολείον της καλλιγραφίας παραδίδει μαθήματα κατά Πέμπτην και Κυριακήν. Δύναμαι να βεβαιώσω την Γερουσίαν ότι μέχρι τούδε η συρροή των μαθητών είναι αφθονωτάτη, οι εγγραφέντες υπερβαίνουν τους 50 και καθ’ ημέραν προσέρχονται νέοι.
Περί του καθηγητού Πάκμορ έχω καθήκον να ομολογήσω τας καλυτέρας συστάσεις, είναι ακούραστος και οι επιμελέστεροι, μη αφηνόμενοι εις την διδασκαλίαν του σχολείου, μεταβαίνουσι το εσπέρας εις την οικίαν του.
Ελπίζω ότι οι νέοι ούτοι θα δυνηθώσι να επιδείξωσι προόδους εις τον κλάδον τούτον της δημοσίας εκπαιδεύσεως, μέχρι τούδε άγνωστον παρ’ ημίν ή, τουλάχιστον, πολύ ακαλλιέργητον.
Η ευχάριστος αύτη κατάστασις του παρόντος σχολικού έτους υπόσχεται αποτελέσματα αρκετά επωφελή εις την νεολαίαν του τόπου και εις την Κυβέρνησιν, ήτις διά σοβαρών φροντίδων και ευεργετημάτων προσπαθεί να αποσπάση ταύτην εκ της αμαθείας.
Σπεύδω να φέρω εις γνώσιν της Γερουσίας ταύτα, παρακαλώ δε το τμήμα των Εσωτερικών να τιμήση το σχολείον δι’ επισκέψεως διά να βεβαιωθή ούτω περί της αρίστης σταδιοδρομίας του.
Οι μαθηταί θα έχωσι περί πολλού την τιμήν ταύτην και οι καθηγηταί θα εκτιμήσουν ως πολύτιμον βραβείον της επιμελείας των.
Ο Επιθεωρητής
ΚΟΜΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ
Την 15ην Μαρτίου 1807 ο Καποδίστριας εζήτησε την απομάκρυνσίν του εκ της θέσεως του Επιθεωρητού των Σχολείων και υπέδειξε ως αντικαταστάτην του τον Εμμανουήλ Θεοτόκην, ο οποίος μόλις τότε είχε εκλεγή γερουσιαστής. Νέα αποστολή τον ανέμενε: Η οργάνωσις της αμύνης της Λευκάδος έναντι των κατακτητικών βλέψεων του Αλή Πασά των Ιωαννίνων. Είχε προηγηθεί η επιτυχής αποστολή της Κεφαλληνίας, η οποία ανέδειξε τας ηγετικάς του ικανότητας. Και εις την Λευκάδα επετέλεσε τεράστιον έργον, εις το οποίον όμως έθεσε τέρμα η Συνθήκη του Τιλσίτ, διά της οποίας ο Τσάρος Αλέξανδρος Α΄ παρεχώρει εις τον Ναπολέοντα τας Ιονίους Νήσους. Οι Αυτοκρατορικοί Γάλλοι θα διεδέχοντο τους Ρώσσους εις τα Επτάνησα, όπως οι τελευταίοι είχον διαδεχθή τους Δημοκρατικούς Γάλλους.
Σελ. 295
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/1/gif/296.gif&w=550&h=800
Σελ. 296
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/1/gif/297.gif&w=550&h=800
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[Οι σημειώσεις, που ακολουθούν, δεν συνθέτουν εξαντλητικό υπομνηματισμό, που δεν ανήκει άλλωστε στις προθέσεις της εκδόσεως του Αρχείου Καποδίστρια. Την παράθεσή τους την υπαγόρευσε η ανάγκη της συνδέσεως των Καποδιστριακών κειμένων και της διασαφηνίσεως ωρισμένων σημείων, που δεν γίνονται απόλυτα κατανοητά χωρίς την ακριβή γνώση των γεγονότων που τα προκάλεσαν και της ιστορίας των προσώπων που διαδραμάτισαν κάποιο ρόλο σ’ αυτά. Αυτό ισχύει κυρίως για, το Μέρος Β΄, όπου τα κείμενα αναφέρονται στην αποστολή του Καποδίστρια στην Κεφαλληνία.
Όσο για την επιλογή βιβλιογραφίας, που καταχωρείται σε κάθε κεφάλαιο των σημειώσεων, σημειώνουμε ότι είναι ενδεικτική και δεν εξαντλεί ούτε το θέμα Καποδίστριας σ’ όλες τις διαστάσεις του, ούτε τα επί μέρους θέματα του παρόντος τόμου. Πλήρης βιβλιογραφία θα δημοσιευθή με την ολοκλήρωση της εκδόσεως του Αρχείου].
ΜΕΡΟΣ Β΄.
[Ο μεταφραστής της «Αυτοβιογραφίας» συμπλήρωσε τη μετάφραση με τον υπομνηματισμό, που θεώρησε απαραίτητο. Κατά συνέπειαν δεν κρίνονται αναγκαίες άλλες σημειώσεις. Παραθέτουμε μόνο βιβλιογραφία, που καλύπτει σχετικά και από ελληνικής μόνον πλευράς, την προκυβερνητική δράση του Καποδίστρια].
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Arlioti, Dem.: La vita di Giovanni conte Capodistria scritta nel 1833. Corfù 1859.
Βασδραβέλη, Ιωάν.: Η Φιλική Εταιρεία, ο Καποδίστριας και η Ρωσική πολιτική. Θεσσαλονίκη 1968.
Βλαντή, Σπ.: Η δράσις του I. Καποδίστρια εν Λευκάδι (1807). Αθήναι 1911.
Βροκίνη, Λ. Σ.: Σύντομος αφήγησις του βίου του κόμητος I. Καποδιστρίου. Κέρκυρα 1886.
Γατοπούλου, Δ.: Ιωάν. Καποδίστριας, ο πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδος. Αθήναι 1932.
Γατοπούλου, Δ.: Ο ρόλος του Καποδίστρια κατά την πώλησιν της
Σελ. 297
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/1/gif/298.gif&w=550&h=800
Πάργας εις τον Αλήν Πασάν. Εφημ. Εστία, αριθ. 17120, 5 Ιουνίου 1933.
Δεσποτοπούλου, A. I.: Ο Κυβερνήτης Καποδίστριας και η απελευθέρωσις της Ελλάδος. Αθήναι 1954.
Δεσποτοπούλου, A. I.: Η Ελλάς επί Καποδίστρια. Αθήναι 1957. Δεσποτοπούλου, A. I.: Ο Καποδίστριας και το έργον του (Ανασκευή εσφαλμένων εκτιμήσεων). Εφημ. Καθημερινή, 22 Μαρτίου 1964.
Δημαρά, Κ. Θ.: Καποδίστριας — Μουστοξύδης — Κουτλουμουσιανός. Θησαυρίσματα I. (1962) σ. 14—64.
Donta, Domma: John Capodistrias and the Greek Historians. A selective Bibliographical Review, Balkan Studies 7 (1966).
Ενεπεκίδη, Πολ.: Ρήγας — Yψηλάντης — Καποδίστριας. Αθήναι 1965.
Ενεπεκίδη, Πολ.: Ιωάν. Καποδίστριας — 176 ανέκδοτα γράμματα προς τον πατέρα του 1809—1820. Αθήναι 1972.
Ευαγγελίδου, Τρ.: Ιστορία του Ιωάννου Καποδιστρίου, Κυβερνήτου της Ελλάδος. Αθήναι 1894.
Θεοδωρίδη, X.: Το πρόβλημα Καποδίστριας. Επιθεώρηση Τέχνης 3 (1955) 213—217.
Θεοτόκη, Σ. Μ.: Η εθνική συνείδησις του Καποδίστρια και η ελληνική γλώσσα. Πρακτικά Ακαδημίας Αθηνών 7 (1932) 130—142.
Ιδρωμένου, A. Μ.: Ιωάννης Καποδίστριας, Κυβερνήτης της Ελλάδος. Αθήναι 1900.
Καιροφύλα, Κώστα: Τα νεανικά χρόνια του Καποδίστρια. Αθήναι — Αλεξάνδρεια 1936.
Καλεβρά, Παν.: Πολιτικός βίος του αοιδήμου I. Καποδίστρια, Κυβερνήτου της Ελλάδος, Αθήναι 1873.
Καμπούρογλου, I.: Ο Καποδίστριας, Αθήναι 1900.
Koνόμου, Ντίνου: Ανέκδοτη Αλληλογραφία του Ιωάν. Καποδίστρια. Φιλολογική Πρωτοχρονιά (1958), σ. 213—235.
Koνόμου, Ντίνου: Ανέκδοτα γράμματα του Ιω. Καποδίστρια. Επτανησιακά Φύλλα 4 (1960) σ. 33—48.
Κοραή, Αδ.: Άπαντα τα πρωτότυπα έργα. Έκδ. Γ. Βαλέτας. Τομ. 4. Αθήναι 1964.
Κορδάτου, I.: Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας. Τομ. 5. Αθήναι 1957 — 1958
Κουγέα, Σ. Β.: Ο Καποδίστριας. Πολιτική Επιθεώρησις 1 (1928) σ. 80 κ.ε.
Κουγέα, Σ. Β.: Ο Καποδίστριας ως πανευρωπαϊκή φυσιογνωμία. Ελληνικά Γράμματα 2 (1927—1928) σ. 131—134.
Σελ. 298
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/1/gif/299.gif&w=550&h=800
Κουγέα, Σ, Β.: Γκαίτε και Καποδίστριας. Ιόνιος Ανθολογία (1932) τεύχη 59—61.
Κρητικού, Γ.: Ο Ιωάννης Καποδίστριας τέκτων κανονικός. Ερανιστής 3 (1965) τεύχ. 15/16 σ. 125—144.
Λαζανά, Β.: Απόψεις του Γκαίτε για τον Καποδίστρια. Νέα Εστία τ. 1044, Αθήναι 1971.
Λάσκαρι, Μ. Θ.: Ο Καποδίστριας και η Σέρβική Επανάστασις. Ιόνιος Ανθολογία 8 (1934) 65—71 σ. 127—132.
Λάσκαρι, Μ. Θ.: Το Ανατολικόν Ζήτημα. Θεσσαλονίκη 1948.
Λάσκαρι, Σ. Θ.: Ο Ιωάννης Καποδίστριας ως Ρώσσος διπλωμάτης και υπουργός των Εξωτερικών. Ημερολόγιον Μεγάλης Ελλάδος (1932) σ. 97—118.
Λάσκαρι, Σ. Θ.: Διπλωματική Ιστορία Ευρώπης. Αθήναι 1936.
Λάσκαρι, Σ. Θ.: Διπλωματική Ιστορία της Ελλάδος (1821—1914). Αθήναι 1945.
Lascaris, S. Th.: Capodistrias avant la revolution grecque, sa carrière politique jusqu’en 1822, Lausanne 1918.
Lascaris, S. Th.: Le comte Capodistrias et la France au lendemain de Waterloo. L’ Acropole 6 (1931) 129- 136.
Λεκατσά, Π.: Ν. Γαλάτης και Φιλική Εταιρεία, Καβάλα 1931.
Λουκάτου, Σ.: Ο Ιωάννης Καποδίστριας και η Επτάνησος Πολιτεία. Αθήναι (1959).
Λούντζη, Ε.: Τα Επτάνησα επί Γάλλων Δημοκρατικών. Μετ. Αβιγαΐλ Λούντζη Νικοκάβουρα. Κέρκυρα 1971.
Μακρή, Θ.: Ο I. Καποδίστριας και η προκυβερνητική πατριωτική του δράσις. Κέρκυρα 1964.
Μαστροδημήτρη, Π. Δ,: Ο Ιωάννης Καποδίστριας και η παιδεία των Ελλήνων, Εφημ. Καθημερινή, 7 Ιουνίου 1963.
Μαυράκη, Ε.: Ο Καποδίστριας και η εποχή του. Αθήναι, 1927.
Μαχαιρά, Κ.: Πολιτική και Διπλωματική Ιστορία της Λευκάδος (1797 — 1810). Αθήναι 1954, τ. 2.
Μελετοπούλου, I.: Η Φιλική Εταιρεία (Αρχείον Σέκερη). Αθήνα: 1967.
Μέρτζιου, Κ.: Ανέκδοτος Αλληλογραφία του Ιω. Καποδίστρια, Παρνασσός 2 (1960) 445—475 και 3 (1961) 103—126, 207—238.
Μηλιαράκη, Α.: Η Φιλόμουσος Εταιρία εν Αθήναις και η πριγκιπέσσα της Ουαλλίας. Εστία 14 (1889) σ. 65—67.
Νικοκάβουρα, Α.: Το Αρχείο του Ανδρέα Μουστοξύδη. Πρακτικά Γ΄ Πανιονίου Συνεδρίου, τ. Α΄ σ. 246—252. Αθήναι 1967.
Ξένου, Σ.: Ο Ιωάννης Καποδίστριας. Ποικίλη Στοά (1886) σ. 377—446.
Oecοnοmοs, Lys.: Essai sur la vie de comte Capodistrias, etc. puis
Σελ. 299
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/1/gif/300.gif&w=550&h=800
sa depart de Russie en Août 1822 jusqu’à son arrivée en Grèce en Janvier 1828. Toulouse — Paris 1926.
Παπαχαρίση, A.: Κοραής και Καποδίστριας ως εθνικοί παιδαγωγοί. Νέα Εστία 4 (1928) 736—742, 789—794.
Papadopoulo - Vretos, A.: Mémoires biographiques - historiques, sur le Président de la Grèce comte J. Capodistrias. 2 v. Paris 1837.
Πήλικα Ιωάν.: Ιωάννης Καποδίστριας. Επτανησιακόν Ημερολόγιον 1913. Αθήναι 1912.
Πρεβελάκη, Ε.: Η εγκύκλια επιστολή του I. Καποδίστρια της 6/18 Απριλίου 1819. Πρακτικά Γ΄ Πανιονίου Συνεδρίου τ. Α΄. Αθήναι 1967, σ. 298—328.
Πρωτοψάλτη, Ε.: Η Φιλική Εταιρεία, Αθήναι 1964.
Πρωτοψάλτη, Ε.: Ιγνάτιος, Μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας. Μνημεία Ελληνικής Ιστορίας, τ. IV, Αθήναι 1959.
Πρωτοψάλτη, Ε.: Υπομνήματα συναφή Ιγνατίου Μητροπολίτου Ουγγροβλαχίας και Ιωάν. Καποδίστρια περί της τύχης της Ελλάδος. Αθηνά, τ. 60, Αθήναι 1956.
Σακελλαρίου, Σ.: Φιλική Εταιρεία, Οδησσός 1908.
Τόμπρου, Α.: Νύξεις περί του βίου Ιωάν. Καποδιστρίου, Κυβερνήτου της Ελλάδος, αφιερούμεναι εις τα αποκαλυπτήρια του ανδριάντος του. Κέρκυρα 1886.
Φιλήμονος, I.: Δοκίμιον ιστορικόν περί της Φιλικής Εταιρείας. Ναύπλιον 1834.
Φιλήμονος, I.: Δοκίμιον ιστορικόν περί της Ελληνικής Επαναστάσεως. Αθήναι 1859—61.
Χαλικιοπούλου, Π.: Ο Κυβερνήτης της Ελλάδος. Ποικίλη Στοά 1885, σ. 434—469.
Χιώτου, Π.: Ιστορία του Ιονίου Κράτους από συστάσεως αυτού μέχρι Ενώσεως, τ. 2, Ζάκυνθος 1874—1877.
ΜΕΡΟΣ Β΄
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Bellaire, J. P. Précis des operations générales de la division Française du Levant. Paris 1805.
Θεοτόκη, Μάρκου: Ο Ιωάννης Καποδίστριας εν Κεφαλληνία. Κέρκυρα 1889.
Θεοτόκη, Σπυρ. Μ.: Δημοκρατούμενοι Γάλλοι (1797—1799). Κέρκυρα 1917.
Σελ. 300
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/1/gif/301.gif&w=550&h=800
Λοβέρδου, Ιωάν. Π.: Ιστορία της Νήσου Κεφαλληνίας. Κεφαλληνία 1888.
Λούντζη, Ερ.: Επτάνησος Πολιτεία (Μετ. Αβιγαΐλ Λούντζη - Νικοκάβουρα) Κέρκυρα.
Λούντζη, Ερ.: Τα Επτάνησα επί Γάλλων Δημοκρατικών (Μετ. Αβ. Λούντζη - Νικοκάβουρα). Κέρκυρα 1971.
Μαυρογιάννη, Γερ.: Ιστορία των Ιονίων Νήσων (1797—1815). Τόμ. Α΄. Αθήναι 1889.
Ροδοκανάκη, Εμμ.: Ο Βοναπάρτης και αι Ιόνιοι Νήσοι. Μετ. Νοεμής Ζωηρού Πασσά. Κέρκυρα 1937.
Σάθα, Κ.: Μνημεία Ελληνικής Ιστορίας. Τόμος 5ος.
Τσιτσέλη, Ηλία: Κεφαλληνιακά Σύμμικτα. Τομ. 1—2. Αθήναι 1904 και 1960.
Φωκά Κοσμετάτου, Ν.: Το Κάστρο του Αγίου Γεωργίου Κεφαλληνίας. Αθήναι 1966.
Χιώτη, Π.: Ιστορικά Απομνημονεύματα. Τόμ. 3ος.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
ΜΕ ΤΗΝ άφιξη των Δημοκρατικών Γάλλων στα νησιά του Ιονίου οι λαϊκές δυνάμεις, οι οποίες επί αιώνες καταπιέζονταν από τους Βένετους και τους ευγενείς γαιοκτήμονες, αποκτήσανε συνείδηση των δικαιωμάτων τους και προσπάθησαν να τα κατοχυρώσουν είτε με ειρηνικές διαδικασίες είτε με επαναστατικές εκρήξεις. Σ’ όλα τα νησιά συστήθηκαν αμέσως «προσωρινά δημαρχεία», στα οποία αντιπροσωπεύονταν όλες οι τάξεις, οι εκκλησίες των δύο δογμάτων και οι Ισραηλίτες, τα οποία ανέλαβαν να ασκήσουν τη διοίκηση, σ’ όλους τους τομείς μιας κρατικής δραστηριότητος. Φυσικά η πραγματική εξουσία έμεινε στα χέρια της γαλλικής στρατιωτικής διοικήσεως και των Ιακωβίνων των νησιών, που είχαν ενωτισθεί τα μηνύματα της γαλλικής επαναστάσεως στην Ιταλία ή και σ’ αυτή τη Γαλλία, σαν νεαροί σπουδαστές.
Μια κατάσταση όμως, που είχε διαμορφώσει καταπίεση αιώνων, δεν ήταν δυνατόν να ισορροπηθή, κοινωνικά και διοικητικά, σε μικρό χρονικό διάστημα. Οι αγρότες ζητούσαν με μιας ό,τι είχαν στερηθεί τετρακόσια χρόνια, ενώ οι ευγενείς δε φαίνονταν καθόλου πρόθυμοι να προχωρήσουν πιο πέρα από θεωρητικές παραχωρήσεις. Έτσι οι αναταραχές, οι συγκρούσεις και οι βιαιότητες κατάντησαν ενδημικές στην ύπαιθρο όλων των νησιών. Οι ευγενείς μέσα σ’ ένα τέτοιο κλίμα ανασφάλειας, στο οποίο διακυβεύονταν, εκτός από τις περιουσίες τους, και αυτή ακόμα η ζωή τους, δεν απέβλεπαν στους Γάλλους Δημοκρατικούς για την προστασία τους. Αντίθετα, τους θεωρούσαν εχθρούς. Ο ορθόδοξος κλήρος, ο οποίος με την άφιξη των Γάλλων είχε ελπίσει ότι θα αποκαθίστατο κύριος στον οίκο του και θα σταματούσαν οι προπηλακισμοί και το προβάδισμα της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας, είδε ξαφνικά να παραμερίζεται και στον προέχοντα ρόλο του στη διαχείριση των κοινών να υποκαθίστανται στοιχεία εκτός της εκκλησιαστικής τάξεως. Επρόκειτο για δυο δυνάμεις εξαιρετικά ισχυρές, που δεν είχαν καμιά διάθεση να παραιτηθούν των προνομίων τους χάριν του «αμόρφωτου όχλου», όπως ονόμαζαν τον εργατικό πληθυσμό
Σελ. 301
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/1/gif/302.gif&w=550&h=800
σμό και τα αστικά στοιχεία των πόλεων. Ευγενείς και κληρικοί ήταν τα δυο στοιχεία που, έπειτα από τους πρώτους εναγκαλισμούς και ενθουσιασμούς, υπονόμευσαν τους Δημοκρατικούς Γάλλους και στράφηκαν τελικά εναντίον τους. Και οι πρώτοι που υποδέχθηκαν σαν απελευθερωτές τους Ρωσσοτούρκους, όταν αυτοί κήρυξαν τον πόλεμο εναντίον της Γαλλίας και του Βοναπάρτη κι’ άρχισαν με τον στόλο τους να καταλαμβάνουν διαδοχικά τα Ιόνια νησιά. Αποφασιστικό ρόλο στη στροφή σημαντικής μερίδος του πληθυσμού και του κλήρου έπαιξε εγκύκλιος του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γρηγορίου Ε΄, στην οποία καυτηρίαζε τους Γάλλους για την αθεϊστική πολιτική τους και καλούσε τους πληθυσμούς των νησιών να συνταχθούν με τους ενωμένους Συμμάχους του Στρατού και της Ημισελήνου.
Τις 29 Ιουνίου του 1797 ο Γάλλος στρατηγός Gentili καταλαμβάνει την Κέρκυρα και τα άλλα Ιόνια νησιά εν ονόματι της προσωρινής κυβερνήσεως της Βενετίας, στην πραγματικότητα όμως σαν απεσταλμένος της Γαλλικής Δημοκρατίας και εντολοδόχος του Αρχιστρατήγου της Στρατιάς της Ιταλίας Βοναπάρτη. Ο Στρατηγός Anselmo Gentili αναλαμβάνει Γενικός Διοικητής των νησιών και διοικητής της Κερκύρας. Διοικητής των άλλων νησιών ο πολίτης Guy, πρώην πρόξενος της Γαλλίας στην Ζάκυνθο. Οργάνωσις «Δημαρχείων» σ’ όλα τα νησιά. Μέλη του Δημαρχείου Κερκύρας 48. Κεφαλληνίας, 40 του Αργοστολίου και 40 του Ληξουρίου. Ζακύνθου 40. Λευκάδος 24. Κυθήρων 15. Ιθάκης 15.
Μετά την υπογραφή της Συνθήκης του Καμποφόρμιο (17 Οκτωβρίου 1797) τα Ιόνια νησιά περιέρχονται στην απόλυτη κυριαρχία της Γαλλίας και αποτελούν επαρχίες της Δημοκρατίας. Τίς 20 Δεκεμβρίου 1797 διαιρούνται σε τρεις νομούς: Τον νομό Κερκύρας, που περιλάμβανε τα νησιά Κέρκυρα, Παξοί και Λευκάδα. Τον νομό Ιθάκης με τα νησιά Ιθάκη και Κεφαλληνία. Και τον νομό Αιγαίου με τα νησιά Ζακύνθου και Κυθήρων. Επί κεφαλής του κάθε νομού τοποθετείται Γάλλος Επίτροπος, με ευρύτατες δικαιοδοσίες.
Τον Στρατηγό Gentili αντικαθιστά τις 22 Δεκεμβρίου ο Στρατηγός Ghabot Συγχρόνως διορίζεται Γενικός Επίτροπος του Διευθυντηρίου στα νησιά ο πολίτης J. Β. Comeyras. Αντικατάστασις του Comeyras από τον πολίτη Dubois, ο οποίος φθάνει στην Κέρκυρα τις 12 Όκτιοβρίου 1798
Ήδη όμως από τον Αύγουστο του 1798 οι Ρώσσοι και οι Τούρκοι είχαν κηρύξει τον πόλεμο εναντίον της Γαλλίας, υποκινούμενοι από τους Άγγλους, οι οποίοι με την εκστρατεία του Βοναπάρτη στην Αίγυπτο έβλεπαν να απειλείται η ισορροπία των δυνάμεων στην Ανατολή. Ο ενωμένος ρωσσοτουρκικός στόλος τις 14 Οκτωβρίου 1798 καταλαμβάνει τα Κύθηρα και τις 26 Οκτωβρίου την Ζάκυνθο. Τις 30 Οκτωβρίου ήλθε η σειρά της Ιθάκης και της Κεφαλληνίας. Τις 3 Νοεμβρίου καταλαμβάνεται η Λευκάδα. Την ίδια μέρα αρχίζει η πολιορκία της Κερκύρας από τους Ρωσσοτούρκους, η οποία τερματίστηκε τις 20 Φεβρουάριου 1799. Εκτός από τη γαλλική φρουρά Κερκύρας, και οι φρουρές των άλλων νησιών προέταξαν άμυνα στους Ρωσσοτούρκους απελευθερωτές. Η μικρή αριθμητική τους δύναμη και, προ παντός, η εγκατάλειψή τους από τη μεγάλη μάζα του γηγενούς πληθυσμού, ήταν φυσικό να οδηγήσουν στην κάμψη της αντιστάσεώς τους, χωρίς όμως αυτό να σημαίνη ότι πρόδωσαν την ατομική τους τιμή η την τιμή των γαλλικών όπλων.
Η εξουσία των Δημοκρατικών Γάλλων στην Κεφαλληνία κράτησε από τον Ιούλιο του 1797 ως τον Οκτώβρη του 1798.
Τις 24 Οκτωβρίου 1798 οι Σπύρος Άννινος Καβαλιεράτος, Ιππότης Αντώνιος Ιγγλέσης και ταγματάρχης Σπυρίδων Ριτσαρδόπουλος Στεκούλης, πρώην αξιωματικοί του ρωσικού στρατού, με τη βοήθεια του λαού, των ευγενών και του κλήρου, κατέλυσαν τις αρχές, διώξανε τη Γαλλική φρουρά και υψώσανε τη ρωσική σημαία.
Σελ. 302
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/1/gif/303.gif&w=550&h=800
Πέντε μέρες αργότερα, τις 29 Οκτωβρίου, αποβιβάζονται στο Αργοστόλι αμαχητί οι στρατοί των Ρωσσοτούρκων. Οι δυο ναύαρχοι, ο Ουζακώφ και ο Καδίρ - Βέης, διώρισαν αμέσως νέα διοίκηση στη νήσο με πρόεδρο τον κόμητα Κωνσταντίνο Χωραφά και μέλη τον κόμητα Αναστάσιο Μεταξά και τους Νικόλαο Καρούσο, Ιωάννη Κρασά, Μ. Βαλσαμάκη και Ευστάθιο Μεταξά. Στον τελευταίο, διαπρεπή νομομαθή, ανετέθη το δικαστικό μέρος της διοικήσεως. Η «κυβέρνηση» αυτή ονομάστηκε «Αντιπροσωπεία και Προεδρεία Κεφαλληνίας» (Deputazione e Presidenza di Cefalonia), ο δε Χωραφάς προσαγορεύονταν «Τοποτηρητής πληρεξούσιος και Πρόεδρος της Επιτροπής» (Vicario Plenipotenziario e Presidente della Commisione dell’isola).
Εν συνεχεία το θέμα της διοικήσεως της Κεφαλληνίας περνάει από διάφορες φάσεις. Ο Κ. Χωραφάς παραιτείται και η εξουσία περιέρχεται ουσιαστικά στα χέρια της φατρίας των Άννινων, με τους οποίους στενά συνεργάζεται ο Ευστάθιος Μεταξάς. Για να νομιμοποιήσει το καθεστώς του ο τελευταίος αυτός και οι συνεργάτες του συγκαλούν το Κονκλάβιο, το Συμβούλιο δηλ. των Ευγενών, για να προβή στην εκλογή της νέας Προεδρείας. Επειδή όμως δεν εμπιστεύονταν το «Μείζον», συγκαλέσανε το «Μικρόν» Συμβούλιο, το οποίον εξέλεξε μέλη της νέας Προεδρείας τους Ευστάθιο Μεταξά, Νικόλαο Άννινο, Ιωάννη Χοϊδά και Χριστόδουλο Άννινο.
Η Γερουσία, θέλοντας να ισορροπήση τη δύναμη που προσπορίζεται η φατρία των Άννινων με την άσκηση της Προεδρείας και για να δικαιολογήση τη δική της αδυναμία, με θέσπισμα της 28 Ιουνίου 1800 διώρισε μέλη του Δικαστηρίου της Υψηλής Αστυνομίας τους Νικόλαο Φωκά, Γεώργιο Παυλή και Ιωάννη Κρασά. Ο διορισμός ήταν σύμφωνος προς το 15ο άρθρο του προσωρινού Συντάγματος, οι δε διορισθέντες ανήκαν στη φατρία των Μεταξάδων. Αντί όμως της επιζητουμένης ισορροπίας, οι αντιθέσεις οξύνθηκαν περαιτέρω, για να αποκορυφωθούν σε ανοικτή σύγκρουση τις 12 Αυγούστου 1800. Στόχος και των δύο παρατάξεων ήταν η άσκηση ουσιαστικής διοικήσεως επί των στρατιωτικών και άλλων δυνάμεων, που υπήρχαν στο νησί. Αφορμή η διαφορά για τις αρμοδιότητες του Μείζονος και του Μικρού Συμβουλίου, δηλ. αν το πρώτο ή το δεύτερο ήταν αρμόδιο να εκλέξη την τοπική διοίκηση.
Η συνεδρίαση του Μικρού Συμβουλίου είχε οριστεί για τις 13 Αυγούστου. Την προηγούμενη όμως χωρικοί από τους Ομαλούς και τη Λιβαθώ μπήκανε ένοπλοι στο Αργοστόλι, καταλύσανε τη έννομη τάξη και επιδοθήκανε σε εμπρησμούς, αρπαγές και λεηλασίες, υπό την ανοχή της στρατιωτικής δυνάμεως. «Ορμήσαντες εις τα δημόσια καταστήματα και γραφεία, γράφει ο Γ. Μαυρογιάννης (Ιστορ. Ιον. Νήσων, τόμ. 1, σελ. 331) κατέστρεφον τα έπιπλα και έσχιζον, ρίπτοντες εις τας οδούς τα εν αυτοίς τηρούμενα δημόσια και ιδιωτικά έγγραφα. Ακολούθως ήνοιξαν τας φυλακάς και απέλυσαν άπαντας τους φυλακισμένους μεθ’ ων ελεηλάτησαν τας πλουσίας οικίας των δύο προέδρων, του I. Χοϊδά και Ε. Μεταξά, τας οποίας την επιούσαν και ενέπρησαν μετά τινων άλλων παρακειμένων αυταίς. Οι δύο ούτοι πρόεδροι, οι μάλλον μισούμενοι παρά του λαού, κρυβέντες κατά την ημέραν του κινδύνου, ηδυνήθησαν να διαφύγωσι την μανίαν του όχλου και να σωθώσι πλεύσαντες εις Ζάκυνθον, όπου εύρον φιλικήν και πρόθυμον ξενίαν».
Η διάλυση της Προεδρείας είχε σαν αποτέλεσμα να συγκεντρωθή εξ ολοκλήρου η εξουσία στα χέρια της Υψηλής Αστυνομίας, δηλ. στη φατρία των Μεταξάδων. ικανοποιώντας το κοινό αίσθημα, η νέα διοίκηση συνεκάλεσε το Μείζον Συμβούλιον, το οποίον ανέδειξε ως μέλη της Προεδρείας τους Στέφανο Φωκά, Ανδρέα Πανά, Σάβιο Άννινο, Π. Βαλασαμάκη και Σ. Πετρίτση. Συγχρόνως εξέλεξε νέους γερουσιαστές Κεφαλληνίας τους Ανδρέα Μεταξά και Μαρίνο Ιγγλέση, σε αντικατάσταση των Δημητρίου Πηνιατόρου, Γερασίμου Καμπίτση και Φραγκίσκου Τσουλάτη.
Η επικράτηση της μιας μερίδος δεν εξουδετέρωσε την αντίπαλη, η οποία διέ-
Σελ. 303
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/1/gif/304.gif&w=550&h=800
διέθετε και αυτή πλατεία λαϊκή βάση. Έτσι η αναρχία και οι αυθαιρεσίες δεν εσταμάτησαν ούτε μια στιγμή. Η έννοια του νόμου και της τάξεως είχε βαρύτατα τραυματιστή, και η διαίρεση είχε καλλιεργήσει θανάσιμα μίση και οξύτατες αντιθέσεις. Σε όλα αυτά ήλθε να προστεθή και η ανάφλεξη της παληάς αντιθέσεως μεταξύ Αργοστολιού και Ληξουρίου.
Οι Ληξιουριώτες δεν είχαν ευνοϊκά δεχθεί την καθιέρωση του Αργοστολίου σαν πρωτεύουσας της Κεφαλληνίας. Και είχαν επιτύχει, με ψήφισμα της Γερουσίας της 30 Σεπτεμβρίου 1799, να ιδρυθούν και να λειτουργήσουν στην πύλη τους το Υγειονομείο και τα Δικαστήρια. Μολονότι όμως το θέσπισμα αυτό επικυρώθηκε και με νέα απόφαση της Γερουσίας (6 Ιουλίου 1800) με την οποία διορίζονταν μάλιστα και οι δικασταί, εν τούτοις το Γενικό Συμβούλιο της Κεφαλληνίας, που οι αντιπολιτευόμενοι του Αργοστολίου και οι Ληξουριώτες θεωρούσαν παράνομο, με απόφασή του της 21 Ιουλίου 1800 διεκήρυξε ότι «είναι βλαβερό στον τόπο το Υγειονομείο Ληξουρίου». Η απόφαση αυτή φυσικό ήταν να προσθέση μια ακόμη θρυαλλίδα στα θεμέλια της τάξεως. Ένοπλοι χωρικοί της περιοχής του Ληξουρίου βρήκαν την ευκαιρία να επιδοθούν σε λεηλασίες και εμπρησμούς.
Αυτή την κατάσταση αντιμετώπιζε η Αυτοκρατορική Επιτροπή όταν τις 29 Απριλίου 1801 έφθανε στην Κεφαλληνία.
Σελ. 97. Στ. 14. ΠΙΕΡΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ (Συνταγματάρχης).— Από παληά αρχοντική οικογένεια της Κερκύρας, είχε αρχικά υπηρετήσει στο Στρατό του Βασιλείου της Νεαπόλεως, όπου ο πατέρας του είχε φθάσει το βαθμό του Συνταγματάρχη. Μετά την επανάσταση της Νεαπόλεως και την ανακήρυξη της Δημοκρατίας, η οικογένεια Πιέρη γύρισε στην Κέρκυρα. Τότε ο Νικόλαος Πιέρης ζήτησε από την προσωρινή Γερουσία να τον προβιβάση στο βαθμό του Ταγματάρχη κι’ αυτός ανελάμβανε, χωρίς μισθό ή άλλη αποζημίωση να γυμνάση το τότε οργανωμένο στην Κέρκυρα σύνταγμα επιλέκτων, υπό τον Συν)χη Αυγουστίνο Βαρούχα, και στο οποίο είχε δοθεί το ονομα «Ομοσπονδιακαί νήσοι». Η Γερουσία δέχθηκε την πρότασή του και ο Πιέρης πρόσφερε σημαντικές υπηρεσίες στην οργάνωση του Στρατού της Επτανήσου Πολιτείας και στην αποκατάσταση της τάξεως στη Ζάκυνθο και την Κεφαλληνία. Αργότερα πήρε μέρος στην Ελληνική Επανάσταση και υπηρέτησε στον εθνικό στρατό. Αποστρατεύθηκε με το βαθμό του Συνταγματάρχη και πέθανε στην Κέρκυρα σε βαθύ γήρας. Διακρίθηκε για την ανδρεία, την παιδεία και το ήθος του.
Σελ. 97. Στ. 21. ΛΗΞΟΥΡΙ.— Αναφέρεται για πρώτη φορά στα 1534 σε έγγραφη διαμαρτυρία προς την Ενετική γερουσία, ως Laxuri. Στη γενόμενη το 1538 απογραφή οι κάτοικοί του ανέρχονταν σε 581. Από τότε αναπτύσσεται ραγδαία και αναδεικνύεται η πρωτεύουσα της πεδινής Πάλης. Γι’ αυτό διεξεδίκησε την τιμή να γίνη πρωτεύουσα της Κεφαλληνίας, όταν αποφασίστηκε η μεταφορά της από το φρούριο του Αγίου Γεωργίου. Η προτίμηση του Αργοστολίου τραυμάτισε τη φιλοτιμία των Ληξουριωτών και από τότε χρονολογείται η αντιζηλία των δύο πόλεων, που βρήκε τη δικαίωσή της ακόμη και στην ποίηση. Το 1799 οι Ληξουριώτες είχαν επιτύχει με τη βοήθεια των Ρωσσοτούρκων να γίνη η πόλη τους έδρα υγειονομείου και πρωτοδικείου. Το σχετικό θέσπισμα της Γερουσίας (30 Σεπτεμβρίου 1799) στηρίζει την απόφαση στην εξής επιχειρηματολογία: «Η πόλις του Ληξουρίου κατοικειται υπό 6.000 κατοίκων, εν αυτή διαμένουσι πλείσται οικογένειαι ευγενών, κλεΐζεται υπό ευφυών ανδρών, περιέχει τεχνίτας και επιτηδευματίας, το εμπόριον αυτής διατελεί εν ανθηρά καταστάσει. Κειμένη εν τερπνή φυσική θέσει διακρίνεται διά την ευπρέπειαν των οικιών και καλλονήν των αυτής λεωφόρων. Αι ηδείς και εύφοροι εξοχαί Ανωγής, Κατωγής και Θηνέας σχηματίζουσι μετά της πόλεως πληθυσμόν 20.000
Σελ. 304
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/1/gif/305.gif&w=550&h=800
κατοίκων... Ως εκ τούτου υποχρεούνται οι κάτοικοι να επαιτώσι την δικαιοσύνην εν τη πόλει του Αργοστολίου ήττον κατωκημένη της αυτών, απεχούση έξ μίλια διά θαλάσσης, ως επί το πλείστον τρικυμιώδους, αφού πρότερον διέλθωσι πλείστα έτερα μίλια διά ξηράς ίνα φθάσωσι εις τον λιμένα και εν τη αφίξει αυτών εις Αργοστόλιον ευρίσκουν μεν δικαστήρια, αλλ’ ουχί δε και στέγην και άσυλον, αναγκαζόμενοι να διαμένωσιν εν υπαίθρω και διανυκτερεύωσιν υπό τας στοάς...». Την απόφαση αυτή της Γερουσίας την ανέτρεψε η τοπική διοίκηση της Κεφαλληνίας, που εκυριαρχείτο από κατοίκους του Αργοστολίου. Η αντίθεση των δύο πόλεων έφθασε μέχρι του σημείου το Ληξούρι να κηρύξη την αυτονομία έναντι της λοιπής Κεφαλληνίας. Πλοία ληξουριώτικα βομβαρδίζουν το Αργοστόλι, ενώ 4.000 ένοπλοι χωρικοί του κόμματος των Μεταξάδων — Λοβέρδων μπαίνουν στο Ληξούρι, εκτελούν τη φρουρά και ερημώνουν την πόλη. Η Γερουσία αναθέτει στον Κωνσταντίνο Χωραφά πλήρεις εξουσίες, με την εντολή να καταστείλη την στάση. Εκστρατεία αναλαμβάνεται εναντίον του Ληξουρίου, έξη πλοία κανονιοβολούν την πόλη και στρατεύματα υπό τον Άννινον επιβάλλουν την τάξη. Ο Καίσαρ Μεταξάς και δυο άλλοι συναρχηγοί της στάσεως τουφεκίζονται. Τα σκληρά μέτρα θέσανε τέρμα στις ένοπλες συγκρούσεις και επέτρεψαν την προοδευτική οικονομική άνθηση του Ληξουρίου. Εν τούτοις η αντιζηλία εξακολουθεί να υπάρχη ακόμη και σήμερα.
Σελ. 98. Στ. 17. ΑΡΓΟΣΤΟΛΙ.— Από τις νεώτερες πόλεις. Γι’ αυτό και δεν συνδέεται με ιδιαίτερης σημασίας ιστορικά γεγονότα μέχρι των αρχών του 19ου αιώνα. Μέχρι της μεταφοράς σ’ αυτό της πρωτεύουσας της Κεφαλληνίας το 1757, δεν ήταν παρά ένας μικρός οικισμός 450 κατοίκων, που η επίκαιρη θέση του τον είχε αναδείξει σε επίνειο του Κάστρου του Αγίου Γεωργίου, που επί δυόμιση αιώνες υπήρξε η πρωτεύουσα της Κεφαλληνίας.
Σελ. 98. Στ. 17. ΦΡΟΥΡΙΟ ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΊΟΥ.— Η παληά πρωτεύουσα της Κεφαλληνίας. Ήταν κτισμένο σε ύψωμα 320 μ. από την επιφάνεια της θάλασσας, είχε έκταση 16.000 τετρ. μέτρων και περίμετρο 600 μ. Η θέση του ήταν οχυρώτατη και δέσποζε της Λιβαθούς, του Αργοστολίου, του Ληξουριού και μεγάλης εκτάσεως στην παραλία του στενού του Αργοστολίου. Κτίστηκε από τους Βυζαντινούς και αναφέρεται για πρώτη φορά στην ιστορία το 1262. Το 1500 καταλαμβάνεται από τους Ενετούς και το 1504 οι οχυρώσεις του επισκευάζονται υπό την επίβλεψη του Ισπανού μηχανικού Νικολάου Τσιμάρα και με τη βοήθεια ειδικών τεχνητών, που εστάλησαν επίτηδες από τη Βενετία. Υπέστη κατά καιρούς ζημίες από τους σεισμούς, τις μεγαλύτερες όμως καταστροφές τις υπέστη από τον σεισμό του 1757, όταν οι δονήσεις κράτησαν 40 ολόκληρες μέρες. Το φρούριο τότε ερημώθηκε από τους κατοίκους, οι οποίοι αναζήτησαν ασφαλέστερα καταφύγια σε άλλα μέρη της νήσου. Κατόπιν αυτού αποφασίστηκε να μεταφερθή η πρωτεύουσα στο Αργοστόλι, το οποίον ήταν ένας μικρός οικισμός 450 κατοίκων και εχρησίμευε σαν επίνειο της πρωτεύουσας του Αγίου Γεωργίου. Στο Αργοστόλι υπήρχαν αποθήκες διαμετακομίσεως και φυλακές, από τις οποίες πήρε και το όνομά του (από την ιταλική λέξη Ergastolo). Για διοικητήριο χρησιμοποιήθηκε το σπίτι του κόμητα Ν. Λοβέρδου, για δε τη στέγαση άλλων υπηρεσιών μέρος της Μονής των Δυτικών Santa Maria della Salute. Κατά τους ιστορικούς της Κεφαλληνίας, η πρωτεύουσα μέσα στο Κάστρο δεν ήταν πολυάνθρωπη γιατί οι κάτοικοι προτιμούσαν να μένουν στις εξοχές, κοντά στα κτήματά τους. Γι’ αυτό οι Ενετοί είχαν θέσει σαν προϋπόθεση της εγγραφής των ευγενών στη Χρυσή Βίβλο να διαθέτουν μόνιμη κατοικία στην πρωτεύουσα.
Σελ. 98. Στ. 20. ΜΕΤΑΞΑΣ (ΛΥΣΣΑΙΟΣ ΜΑΡΙΝΟΣ (1752 - 1820).—
Σελ. 305
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/1/gif/306.gif&w=550&h=800
Γεννήθηκε στο Αργοστόλι. Το 1786 εξελέγη σύνδικος της Κοινότητος. Από του 1795 - 1796 διετέλεσε διοικητής της Ιθάκης, έπειτα προβλεπτής του Υγειονομείου. Επί Επτανήσου Πολιτείας εχρημάτισε μέλος της Προεδρείας της Κεφαλληνίας, αντιπρόσωπος της νήσου στην οικονομική και στρατιωτική Επιτροπή, που είχε έδρα την Κέρκυρα, και το 1802 πρύτανις Κερκύρας. Ήταν λόγιος, με πλατεία φιλολογική μόρφωση. Υπήρξε μέλος της Ιονικής Ακαδημίας των Γάλλων. Το 1818 υπηρέτησε ως εφέτης στο Αργοστόλι και ως πρόεδρος δικαστηρίου το 1819. Είχε την άποψη ότι η οικονομική ανάπτυξη της Κεφαλληνίας έπρεπε να στηριχθή στη γεωργία, γι’ αυτό και υπήρξε ένας από τους δραστηριώτερους εταίρους της Αγροτικής Ακαδημίας του νησιού.
Σελ. 99. Στ. 99.— Οι Άννινοι, παληά οικογένεια της Κεφαλληνίας, έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στα γεγονότα του 1799 - 1802, που συγκλόνισαν το νησί, και αργότερα στα πράγματα της Επτανήσου Πολιτείας. Από την προσεκτική μελέτη των διασωθέντων εγγράφων συνάγεται ότι οι Αυτοκρατορικοί Επίτροποι «απέκλιναν κατ’ ανάγκην προς την φατρίαν των Άννινων, ην εύρον πλειότερον πρόθυμον εις υποστήριξιν του βυζαντινού πνεύματος· πολλοί μάλιστα φίλοι του Αννίνου (Σ.Σ. Υπονοείται ο Νικόλαος, αρχηγός τότε της οικογενείας και μαχητικό της στέλεχος) και αυτός ούτος μετά του πενθερού του Κωνσταντίνου Χωραφά ήσαν μέλη της επί της Δημοσίας Ασφαλείας Επιτροπής, και συνεσκέπτοντο και συνέπραττον μετά των Αυτοκρατορικών Επιτρόπων». (Γ. Μαυρογιάννη: Ιστορία των Ιονίων Νήσων, τόμ. Α΄, σελ. 384).
Σελ. 112. Στ. 19. ΛΙΒΑΘΩ.— Από τις ευφορότερες και ωραιότερες περιοχές της Κεφαλληνίας. Σε παλαιότερη εποχή ήταν η πυκνότερα κατοικημένη περιφέρεια του νησιού. Τα σημαντικώτερα χωριά της είναι η Λακήθρα και τα Μεταξάτα. Στην περιοχή της βρίσκεται και το φρούριο του Αγίου Γεωργίου. Πολλοί κάτοικοί της ήταν πλούσιοι, ενώ στην περιοχή αυτή στήριζε τη δύναμή της η οικογένεια των Αννίνων. Δυο δήμοι και 25 χωριά συνιστούσαν, με την παληά διοικητική διαίρεση, την επαρχία Κραναίας.
Σελ. 113. Στ. 31. ΜΕΤΑΞΑΣ ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ.— Πληροφορίες για τον Ευστ. Μεταξά δίνουν ο Γ. Μαυρογιάννης στην Ιστορία των Ιονίων Νήσων και ο Ηλίας Τσιτσέλης στα «Κεφαλληνιακά Σύμμικτα» (τόμ. Α΄, σελ. 426 - 427). Επρόκειτο για δυναμική μορφή της κεφαλληνιακής ιστορίας. Νομικός και πολιτικός, χρημάτισε διοικητής της Ιθάκης το 1784. Επί Ρωσοτούρκων διορίστηκε το 1798 από τον Ουζακώφ μέλος της προσωρινής κυβερνήσεως και του ανατέθηκαν οι δικαστικές δικαιοδοσίες. Εν συνεχείς εξελέγη γραμματεύς της Προεδρείας, ένα είδος διοικητικής επιτροπής κατά το τότε σύνταγμα, αναδειχθείς σ’ ένα από τα δραστηριότερα και ικανώτερα μέλη της. Κατά τις διαμάχες Άννινων και Μεταξάδων υπήρξε πολιτικός φίλος των πρώτων. Αυτό του προκάλεσε και διώξεις και ζημίες κατά τα πολυτάραχα χρόνια των αναστατώσεων στην Κεφαλληνία. Είχε μάλιστα εξοριστεί και ως στασιαστής. Κατά την στάση του 1801 εστησε το στρατηγείο του στα Τρωγιανάτικα. Μετά την τακτοποίηση των πραγμάτων στο νησί, έπειτα από τη μεσολάβηση και τις εύστοχες ενέργειες του Καποδίστρια, διορίστηκε διοικητικός επίτροπος στα Κύθηρα. Χάρις στις ικανότητές του και στα μέτρα που πήρε επανέφερε την τάξη και επέτυχε συγχρόνως να εισπράξη μεγάλο μέρος των καθυστερουμένων φόρων, γεγονός που ανακούφισε τα οικονομικά του Κράτους, που δεν ήταν καθόλου ανθηρά. Αυτό όμως οδήγησε τους Κυθήριους στην υποβολή παραπόνων προς την Γερουσία για την «τυραννική» του διοίκηση. Ο Μεταξάς υπήρξε μέλος της Ιονικής Ακαδημίας των Γάλλων και συγγραφεύς διαφόρων έργων, τα οποία όμως δεν εξεδόθησαν, όπως σημειώνει ο Τσιτσέλης.
Σελ. 306
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/1/gif/307.gif&w=550&h=800
Σελ. 114. Στ. 14. «Κόμης Ανδρέας, γερουσιαστής..».— Από τα επιφανέστερα μέλη της οικογενείας Μεταξά. Η οικογένεια αυτή καταγόταν από το Βυζάντιο. Μετά την πτώση της Κων)πόλεως ο Μαρκ. Αντώνιος Μεταξάς, ο οποίος συγκαταλέγοταν μεταξύ των υπερασπιστών της βασιλίδος, πέτυχε να διαφυγή την αιχμαλωσία μ’ ένα Γενοβέζικο πλοίο. Κατέφυγε αρχικά στην Κρήτη κι’ αφού περιπλανήθηκε σε διάφορες κτήσεις της Βενετίας εγκαταστάθηκε τελικά στην Κεφαλληνία. Απ’ αυτόν ξεκινούν οι Μεταξάδες του νησιού, πολλοί από τους οποίους διαπρέψανε στους αγώνες για την επιβίωση του Ελληνισμού. Γυιοί του Αντωνίου Μεταξά υπήρξαν οι Ανδρέας και Καίσαρ, που πρωτοστατήσανε στις στάσεις του 1800, 1801 και 1802. Εγγονός του Ανδρέα, του πρωταγωνιστή των στάσεων, ήταν ο Ανδρέας Μεταξάς, αγωνιστής της Επαναστάσεως του 1821, και εξέχων πολιτικός του ελευθέρου ελληνικού κράτους στα πρώτα χρόνια του βίου του.
Σελ. 118. Στ. 6 κ.ε.— «Κατελήξαμε... εις συμφωνίαν σταθεροποιήσεως της ειρήνης...». Η συμφωνία που υπεγράφη είχε ως εξής: «Οι Αυτοκρατορικοί Επίτροποι και ο φρούραρχος έκριναν αναγκαίαν την σύστασιν Επιτροπής αποφασιζούσης απολύτως και οριστικώς τα περί ειρηνοποιήσεως της νήσου ληπτέα μέτρα. Επί τω σκοπώ τούτω εξελέχθησαν οι εγκριτώτεροι ευπατρίδαι Στέφανος Φωκάς, Νικολίνος Φωκάς, Δημήτριος Πηνιατόρος και Νικόλαος Άννινος. Παρεδέξαντο δ’ ομοφώνως· Α΄ Να διατηρηθή ειρήνη και ησυχία μεταξύ των κατοίκων Κεφαλληνίας. Ο αντιπράττων κηρυχθήσσεται εχθρός της πατρίδος. Β΄ Να συνεργασθώσιν άπαντες προς σύστασιν της Εξοχ. Επτανήσου Πολιτείας. Ο αντιπράττων υφ’ οιονδήποτε τρόπον κηρυχθήσεται εχθρός της πατρίδος. Γ΄ Αιτήσει του Νικολίνου Φωκά, Δημητρίου Πηνιατόρου και Νικολάου Αννίνου, η Επιτροπή παραχωρεί έτι δύο ημέρας τω Ευσταθίω Μεταξά ίν’ απέλθη της νήσου, προς παύσιν των ταραχών, υποσχομένων τούτων να συνοδεύσωσι μέχρι της αποχωρήσεως αυτού. Δ΄ Καθ’ όσον αφορά τον γενικόν οπλισμόν εις ον διατελούσι πάντες οι κάτοικοι, απεφασίσθη ότι μέχρι της επιστροφής των Φωκά, Άννίνου και Πηνιατόρου εκ της αποστολής αυτών να μείνη ως έχει σήμερον, απαγορεύεται όμως πάσα συνάθροισις και η είσοδος οπλοφόρων εν τη πόλει. Ε΄ Μετά την επιστροφήν των ανωτέρω ευπατριδών και αφού δηλώσουν υπ’ ευθύνη αυτών, ότι απεχώρησε της νήσου ο Ευστάθιος Μεταξάς, αποφασίζεται νυν διά τότε· 1) Εν τη πόλει θέλει φρουρήσει μόνον η τακτική δεκάς· 2) πάντες οι χωρικοί θέλουσι μεταβή εις τας αυτών κατοικίας· 3) οι οπλισμένοι πολίται θέλουσι καταθέση τα όπλα και απαγορεύεται αυτοίς δι’ οιανδήποτε αιτίαν να οπλοφορήσωσι· 4) εν ταις ιδιωτικαίς οικίαις των κυρίων δεν δύνανται να οικήσωσι πλείονες των δύο ανθρώπων, εκτός των υπηρετών, όντων αόπλων· 5) η στρατιωτική υπηρεσία της νήσου θέλει εκτελήται ως εγένετο μέχρι της 15ης του παρελθόντος μηνός, εξαιρουμένου ότι οι αδελφοί Λυκιαρδόπουλοι θέλουσιν υπηρετή εν Λειβαθώ· 6) πάντα τα δικαστήρια θέλουσι λειτουργήση ως πρότερον μέχρι της συστάσεως της Πολιτείας. Πάντα τα ανωτέρω αποφασισθέντα δημοσιευθήσονται προς φωτισμόν και ησυχίαν απάντων των κατοίκων, εις αμφοτέρας τας γλώσσας και γνωστοποιηθήσονται ή τε τοπική κυβέρνησις και η επί της Δημοσίας Ασφαλείας Επιτροπή». Το κείμενο της συμφωνίας, με τις υπογραφές των δύο Αυτοκρατορικών Επιτρόπων και των μελών της Επιτροπής Ειρηνεύσεως, γνωστοποιήθηκε, με όλα τα δυνατά μέσα, στο λαό της Κεφαλληνίας.
Σελ. 118.— ΠΙΕΡΗΣ ΜΑΡΚΟΣ (αξιωματικός - ταμίας).— Αδελφός του Νικολάου Πιέρη.
Σελ. 121. ΠΑΝΑΣ ΑΝΔΡΕΑΣ (Καπιτσής).— Ισχυρός παράγων της περιοχής Ληξουρίου, προσωπικός φίλος του Καποδίστρια. Εχρημάτισε μέλος «της επί της Υψηλής Αστυνομίας Επιτροπής». Επίσης υπήρξε μέλος της τριμελούς Επιτροπής,
Σελ. 307
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/1/gif/308.gif&w=550&h=800
η οποία απεκατέστησε το κράτος του νόμου στο Ληξούρι, έπειτα από την υποταγή του στην κεντρική διοίκηση της Κεφαλονιάς.
Σελ. 122. Στ. 21-29.— Πραγματικά είχε γενικευθή «η μανία της στρατιωτικής υπηρεσίας και η πλεονεξία του ανεντίμου κέρδους». Από την στιγμή, που είχε διαταραχθεί η τάξη και είχε επικρατήσει η αναρχία οι περισσότεροι κάτοικοι της Κεφαλληνίας είχαν αυτοχειροτονηθεί στρατιωτικοί, βαθμοφόρους δε είχαν τους προύχοντες και τους κομματάρχες. Όλοι φορούσαν στολή και απαιτούσαν μισθούς, τους οποίους και τελικά έπαιρναν, εκβιάζοντας την τοπική διοίκηση. Συγχρόνως επιδίδονταν σε αρπαγές και αναρχικές εκδηλώσεις. Γι’ αυτό ένα από τα πρώτα θέματα που αντιμετώπισαν οι Αυτοκρατορικοί Επίτροποι, ήταν να στηρίξουν την τάξη σε οργανωμένη στρατιωτική δύναμη, η οποία να πειθαρχή μόνον στην κυβέρνηση. Και δεν παρέλειψαν να ζητήσουν αμέσως σχετική έγκριση από τη Γερουσία, καθώς και ενισχύσεις συντεταγμένων στρατιωτικών δυνάμεων.
Σελ. 130.— ΒΑΡΟΥΧΑΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ, Συνταγματάρχης, Κερκυραίος και αυτός όπως ο Νικ. Πιέρης. Επειδή ήταν αρχαιότερος του προκατόχου του ανέλαβε τη στρατιωτική διοίκηση της Κεφαλληνίας, ο δε Πιέρης διορίστηκε γενικός επιθεωρητής των ενόπλων δυνάμεων της νήσου.
Σελ. 147. Στ. 23.— «Η αποστολή της δυνάμεώς μας καθωρίσθη διά τας 3.30». Στην απόφαση αυτή δεν έμεινε σύμφωνος ο Αυτοκρατορικός Επίτροπος Σίγουρος. «Η αποστολή του ταγματάρχου Φωκά, υπεστήριξε στη σύσκεψη, αρκεί για να εμποδίση την προσέγγιση των χωρικών, οι οποίοι ξέρουν καλά τη δύναμη της φρουράς, την ανδρείαν και την αφοσίωσή της προς την κυβέρνηση και επομένως δεν θα τολμούσαν ποτέ να επιχειρήσουν έφοδο κατά του Αργοστολίου». Το επιχείρημα όμως αυτό δεν έπεισε ούτε τον Καποδίστρια ούτε τα μέλη της Επιτροπής Δημοσίας Ασφαλείας και τους στρατιωτικούς ηγήτορες. Κατόπιν αυτού ο Σιγούρος απεχώρησε από την σύσκεψη με τη δήλωση ότι για τα αποτελέσματα της εκστρατείας αυτής δεν ανελάμβανε καμμία ευθύνη. Γι’ αυτό και την έκθεση προς τον Ηγεμόνα της 12 Ιουνίου την υπογράφει μόνον ο Καποδίστριας.
Γράφει σχετικά ο Γερ. Μαυρογιάννης (Ιστορία των Ιονίων Νήσων, Τόμ. Α΄, σελ. 390): «Την κατά των εν Φωκάτα στασιαστών επίθεσιν ο αυτοκρατορικός επίτροπος Δεσύλλας απεδοκίμασε σφοδρώς, διότι εθεώρει αυτήν ως μη εξ ανάγκης υπαγορευθείσαν. Ούτος έλεγεν ότι οι στασιασταί δεν ήσαν επίφοβοι ως εκ της ολιγότητος του αριθμού των, άλλως δ’ απείχον και πολύ της πόλεως, ώστε ο κίνδυνος δεν ήτο ούτε πιθανός ούτε άμεσος. Γράφων δε προς τον πρόεδρον της Γερουσίας, παρεπονείτο ότι πολλαί αποφάσεις λαμβάνονται άνευ αυτού και ότι τω ζητούσι μόνον την υπογραφήν του ην ενίοτε δίδει, αλλά μόνον οσάκις δεν ευθύνεται αμέσως αυτός διά τα διατασσόμενα. Την διαγωγήν ταύτην του Δεσύλλα οι περί τον Άννινον εχαρακτήρισαν ως πηγάζουσαν εκ συμπαθείας προς τους επαναστάτας· διό απέστειλαν έγγραφον προς την Γερουσίαν εξαιτούμενοι την παύσιν του Δεσύλλα και του στρατιωτικού Βαρούχα και την ανάθεσιν της όλης των πραγμάτων διευθύνσεως εις τον Καποδίστριαν και τον συνταγματάρχην Πιέρην, προς ους απένειμον αφθονους επαίνους».
Σελ. 147. Στ. 26.— Στις ενυπόγραφες διαταγές που έδωσε στον Συνταγματάρχη Πιέρη, ο οποίος θα είχε το γενικό πρόσταγμα του τακτικού στρατού, ο Καποδίστριας έγραφε: «Εάν οι στασιασταί αποχωρήσουν άμα τη εμφανίσει του στρατού ή μετά αψιμαχίαν τινά, υμείς θέλετε καταδίωξη αυτούς μέχρι των χωρίων των, άτινα θέλετε καταστρέψει διά πυράς και σιδήρου και επιτρέψει την λεηλασίαν. Επί τούτου έχετε την πλήρη ημετέραν εξουσιοδότησιν». Με νεώτερη όμως διαταγή του
Σελ. 308
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/1/gif/309.gif&w=550&h=800
ο Καποδίστριας απαγόρευσε τη λεηλασία και απηύθυνε προκήρυξη προς τους κατοίκους στην οποίαν ετονίζετο ότι «η εκστρατεία αφορά μόνον τους στασιαστάς και ότι αύτη θελει σεβασθεί και προστατεύση την ζωήν και περιουσίαν των φιλήσυχων». Οι στρατιώτες όμως δεν επειθάρχησαν ούτε στον Καποδίστρια ούτε στους στρατιωτικούς αρχηγούς τους. Κυρίως οι χωρικοί, που πολέμησαν στο πλευρό των κυβερνητικών δυνάμεων. Στην εκστρατεία εναντίον των Φωκάτων πήραν μέρος 231 άνδρες του τακτικού στρατού και δυο κανόνια.
Σελ. 149. Στ. 3 κ.έ.— Ο Καίσαρ Μεταξάς κατέφυγε τελικά στην Κέρκυρα όπου παρεδόθη εκούσια στη Γερουσία. Έπειτα από εξάμηνη παραμονή του ζήτησε την αναστολή της αποφάσεως της τοπικής διοικήσεως της Κεφαλληνίας με την οποίαν εξοριζόταν από τη νήσο και διατασσόταν η εκτέλεσή του σε περίπτωση συλλήψεως. Η Γερουσία δέχθηκε την αίτησή του «ίνα δύναται ελευθέρως να επιστρέψη εις τους κόλπους της πατρίδος και οικογενείας αυτού, μη δυναμένης ουδεμιάς αρχής να καταδιώξω αυτόν ένεκα της ρηθείσης αποφάσεως, ήτις προσωρινώς αναστέλλεται διότι υπεσχέθη να διατελή πάντοτε εις την διάθεσιν της Γερουσίας και να σέβηται εν άκρα υπακοή τους νόμους και την Κυβέρνησιν της αυτού πατρίδος».
Ο Ανδρέας Μεταξάς εζήτησε την προστασία της διοικήσεως για να παραδοθή στη δικαιοσύνη. Ο λοχαγός Καποδίστριας με έξη άνδρες πήγαν στο χωριό του και απ’ εκεί τον συνώδευσαν μέχρι του ρωσικού πλοίου, που βρισκόταν στο λιμένα του Αργοστολίου. Εκεί έμεινε 28 μέρες. Τον μετέφεραν σε άλλο πλοίο, της κυβερνήσεως, για να τον μεταγάγουν στην Κέρκυρα. Τις 22 όμως Απριλίου δραπέτευσε από το πλοίο κολυμβώντας και έπειτα από πολλές περιπέτειες κατέφυγε στη Ζάκυνθο, όπου έμεινε εξόριστος ως τις 30 Μαρτίου 1805. Ο Ιωάν. Καποδίστριας θεώρησε υπεύθυνους για την απόδραση του Μεταξά τον λοχαγό Αντώνιο Βίκτορα Καποδίστρια, πρώτο ξάδελφο του πατέρα του και τον υποπλοίαρχο Κωνσταντίνο Ξύντα, τους οποίους έστειλε δεμένους στην Κέρκυρα.
Σελ. 155. Στ. 2 κ.έ.—Η Γερουσία, αντιμετωπίζοντας και στην έδρα της Κυβερνήσεως κοινωνικές αναστατώσεις και εξεγέρσεις των χωρικών, είχε ζητήσει από τους Αυτοκρ. Επιτρόπους να στείλουν στην Κέρκυρα το υπό τον Συνταγματάρχη Βαρούχα στρατιωτικό τμήμα μαζί με τα κανόνια του. Την τάξη στη Ζάκυνθο και την Κεφαλληνία θα την εξασφάλιζε το υπό την διοίκηση του Πιέρη Τάγμα, από το οποίον θα έμεναν στην Κεφαλληνία μόνον δυο λόχοι. Η τοπική όμως κυβέρνηση αντέδρασε γιατί φοβόταν πάντα στάση των Ληξουριωτών. Γι’ αυτό συνήλθε εκτάκτως, εξέλεξε τον Καποδίστρια εκπρόσωπό της και τον εξουσιοδότησε όπως «παραστήση ενώπιον του Ηγεμόνος την θέσιν εις την οποίαν ευρίσκετο η νήσος και τα επαπειλούμενα αυτήν δεινά, προσέτι παρακαλέση αυτόν να παραδεχθή τα μέτρα εκείνα άτινα θέλει υπαγόρευση προς παγίωσιν της ειρήνης και πλήρους εφαρμογής του Συντάγματος». Ο Καποδίστριας δέχθηκε την εντολή και τις 23 Ιουλίου πήγε στην Κέρκυρα όπου επέτυχε από τον ηγεμόνα την ικανοποίηση των αιτημάτων. Γυρίζοντας όμως στην Κεφαλληνία διαπίστωσε ότι τα πνεύματα δεν είχαν κατευνασθή και ότι οι Ληξουριώτες εξακολουθούσαν να απειλούν την τάξη. Γι’ αυτό θεωρεί αδύνατη «επί του παρόντος» τη διάλυση της φρουράς, σύμφωνα με τις διαταγές της Γερουσίας. Η ανάκληση του Βαρούχα και της δυνάμεως του πραγματοποιήθηκε λίγο αργότερα.
ΤΟΝ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟ του 1801 οι Αυτοκρατορικοί Επίτροποι αποχωρούν από την Κεφαλληνία. Ο Ιωάννης Καποδίστριας θα επανέλθη σ’ αυτήν τον Σεπτέμβριο του 1802, ως απεσταλμένος του αντιπροσώπου της Ρωσσίας Γ. Μοτσενίγου με ευρεία εξουσιοδότηση. Μεταξύ όμως Σεπτεμβρίου 1801 και Σεπτεμβρίου 1802 ξετυλίχτηκαν στην Κεφαλληνία δραματικά γεγονότα, τα οποία αποκορυφώθηκαν με τη στάση του
Σελ. 309
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/1/gif/310.gif&w=550&h=800
Ληξουριού της 23 Μαρτίου 1802. Ο Ερ. Λούντζης (Επτάνησος Πολιτεία — Κέρκυρα 1968 σελ. 63 - 64) περιγράφει ως εξής τα της στάσεως: «Τις 23 Μαρτίου 1802 οι Ληξουριώτες, μ’ όλους τους άνδρες της φατρίας τους, έκαμαν έφοδο εναντίον του Αργοστολίου, αλλά νικήθηκαν από τους αντιπάλους τους. Οι κύριοι αρχηγοί των επαναστατών ήταν οι κομήτες αδελφοί Μεταξά, ο Ανδρέας και ο Καίσαρ. Ο Ανδρέας σώθηκε με τη φυγή, αλλ’ ο Καίσαρ, που μεταμφιέστηκε σε γυναίκα, αναγνωρίστηκε και πιάστηκε μαζύ μ’ άλλους τρεις συντρόφους του. Δικάστηκε, καταδικάστηκε και εκτελέστηκε. Η ήττα των στασιαστών και οι αυστηρές ποινές συνετέλεσαν στην υποταγή του Ληξουριού. Οι εξακόσιοι άνδρες του κυβερνητικού στρατού, που το κατέλαβαν, επάταξαν την ανταρσία, η οποία περισσότερο από ένα χρόνο συνετάραξε και αιματοκύλησε τον τόπο, όπου σκοτεινά κι’ επίμονα ήταν τα μίση, έντονες κι’ αδιάλλακτες οι διχόνοιες και ωμές και άγριες οι εκδικήσεις».
Πλήρης περιγραφή της επιθέσεως εναντίον του Αργοστολίου στο Μαυρογιάννη (ό.α.) σελ. 444 - 454.
ΤΟΥΣ λόγους της βαθειάς αντιθέσεως μεταξύ Αργοστολίου και Ληξουριού μας δίνουν αναλυτικά δύο κείμενα. Το ένα είναι ψήφισμα του «Συμβουλίου» Ληξουρίου της 19ης Σεπτεμβρίου 1801, το οποίον υπεβλήθη στη Γερουσία. Το άλλο αναφορά της τοπικής κυβερνήσεως της Κεφαλληνίας προς τον Ηγεμόνα της 28 Φεβρουάριου 1802. Τις παραθέτουμε όπως τις έχει καταχωρήσει ο Μάρκος Θεοτόκης (όπ. α.) σελ. 115 - 125.
Έγραφαν οι Ληξουριώτες στο ψήφισμά τους: «Επειδή προ πολλού επιέζετο το Ληξούριον παρά του Αργοστολίου και επειδή η Πολιτεία συνεστήθη ομοσπονδιακή, ουδέν τι κωλύει, ότι η Κεφαλληνία αντί μιας Πολιτείας να σχηματίζεται εκ δύο προς το συμφέρον της ομονοίας και της ειρήνης αίτινες άλλως δεν δύνανται να επέλθωσιν επειδή οι προύχοντες του Αργοστολίου, σύμφωνοι μετά των εκεί εδρευόντων ενετικών αρχών, αφήρουν εκ Ληξουρίου ετησίως ήμισυ εκατομμύριον λίτρας σταφίδος, 15 χιλιάδας λίτρας βάμβακος, 1.500 βαρέλας οίνου μοσχάτου, 9.000 οίνου μέλανος, 100.000 γρόσια, απάντων των καρπών τας απαρχάς, άπασαν την Θήραν και τους αρίστους ιχθύας. Επειδή επί δημοκρατουμένων Γάλλων οι του Αργοστολίου εσφετερίσθησαν πάσαν την επί της νήσου εξουσίαν, σχηματίσαντες ούτοι μόνοι το κεντρικόν Δημαρχείον, απέκλεισαν πάντα κάτοικον του Ληξουρίου και διώκησαν το τμήμα τούτο τρομοκρατικώς, και προς διευκόλυνσιν της εξασκήσεως των δικαιωμάτων αυτού, εκήρυξαν αυτό στρατιωτικόν διά θεσπίσματος του αυτού κεντρικού Δημαρχείου, το θέσπισμα δε εκείνο εδημοσιεύθη εν Ληξουρίω παρ’ ενός των μελών του αυτού Δημαρχείου, του Ιωάννου Χωραφά Δομηνίκου, επιβεβαιώσαντος προσέτι ότι το κεντρικόν Δημαρχείον απεφάσισε την διά πυρός και σιδήρου καταστροφήν της πόλεως ένεκα του επισυμβάντος φόνου και τραυματισμού των δύο Γάλλων στρατιωτών. Αποτέλεσμα του θεσπίσματος τούτου υπήρξε ότι ο Στρατηγός Σαμπό απέστειλεν εις Ληξούριον τον υποστράτηγον Βαλόγκ ίνα βομβίση την πόλιν, αλλ’ εσώθη αύτη ως εκ θαύματος διότι κατεπείσθη ο υποστράτηγος ότι ο φόνος και ο τραυματισμός δεν προήρχοντο εκ γενικού προς τους Γάλλους μίσους, αλλ’ εκ κακεντρεχείας φαύλων τινών. Επειδή μετά την κατάκτησιν των Ρώσσων και Τούρκων, μόνοι οι του Αργοστολίου εσχημάτισαν την προσωρινήν κυβερνητικήν επιτροπήν προσλαβόντες ένα μόνον εκ Ληξουρίου, ον περιεφρόνησαν, διέταξαν δε την κατάργησιν των ζητηθέντων δικαστηρίων μετά την αναχώρησίν των Γάλλων, άλλα προστρέξαντες οι του Ληξουρίου προς τον Ναύαρχον Ουσακώφ και προς την Γερουσίαν εδικαιώθησαν διά του θεσπίσματος αυτής της 30 Σεπτεμβρίου 1799 και οι του Αργοστολίου, καταπατήσαντες την εξουσίαν της Γερουσίας, ουδέποτε εξετέλεσαν αυτό επί εν έτος, δι’ ο η Γερουσία εξέδωσε το έτερον θέσπισμα δι’ ου διώρισε και τους δικαστάς και ούτοι ικανοποιήθησαν οι του Ληξουρίου. Επειδή αφού κατέλαβε την εξουσίαν η ολιγαρχία του Αργοστολίου προεκάλεσε
Σελ. 310
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/1/gif/311.gif&w=550&h=800
την στάσιν της 9 Αυγούστου 1800 κατά την οποίαν διηρπάγησαν αι οικίαι του Δρος Ιωάννου Χοϊδά και Δρος Ευσταθίου Μεταξά, ενεπρήσθη η ετέρα οικία του αυτού Μεταξά εν Λέω, καθώς επίσης διεπράχθησαν και διάφοροι φόνοι. Πάντα ταύτα απεδόθησαν εις τον Νικόλαον Άννινον, τότε Πρόεδρον της Κυβερνήσεως, νυν Πρύτανιν της νήσου, όστις γαμβρός ων του Κωνσταντίνου Χωραφά και συνδεδεμένος μετά του Δημητρίου Πινιατόρου, ενισχύετο έτι μάλλον παρ’ αυτών προς κατάχρησιν της εξουσίας. Επειδή η πολεμουμένη σύστασις των δικαστηρίων εν Ληξουρίω αφαιρεί εκ της εργασίας αυτών, ένεκα της αποστάσεως, πεντακοσίους εργάτας καθ’ εκάστην, οίτινες αφικόμενοι εν Αργοστολίω κακοποιούνται, μάλιστα συνέβη και φόνος αξιοτίμου πολίτου ούτινος το όνομα αποσιωπάται προς σεβασμόν αυτού, εφονεύθη επίσης ο ευπατρίδης Αθανάσιος Τυπάλδος Μαράτος και ετραυματίσθησαν οι ετεροι ευπατρίδαι Αντώνιος Δελαπόρτας Οκταβίου, Δρ Αναστάσιος Κρασάς, Ευαγγελινός Τυπάλδος Λασκαράτος και επικίνδυνος ο Μάρκος Σκαρλάτος, οίτινες ουδεμίαν ικανοποίησιν έλαβον παρά των κυβερνώντων ειμή την απάντησιν, «καλά σας στέκει διότι εισθε Ληξουριώται», προσέτι πλείστοι ανήκοντες εις τον λαόν εκακοποιήθησαν εν Αργοστολίω και ουδείς επίσης εξ αυτών ικανοποιήθη. Επειδή κατά την άφιξιν των Αυτ. Επιτρόπων οι προύχοντες του Αργοστολίου, καταχρώμενοι την αυτών επιρροήν, κατέστρεψαν την Προεδρείαν και αντεκατεστάθησαν ούτοι, σχηματίσαντες και επιτροπήν συγκειμένην εξ αυτών και εξ ετέρων κατοίκων Αργοστολίου, ήτις υπήρξεν η αίτια των διενέξεων, των παραπόνων και των φόβων πάντων των εντίμων πολιτών, ήτις διέταξε την εισβολήν εν Ληξουρίω την 8ην Ιουνίου και μετά δύο ημέρας, την 10ην, οι οπαδοί αυτής εισέβαλον εν τω πλουσίω χωρίω Φωκάτων και αφού εβεβήλωσαν τους ναούς και τα ιερώτερα δικαιώματα της αιδούς και της ανθρωπότητος, διήρπασαν το αθώον εκείνο χωρίον συγκείμενον εξ 96 οικιών, ας μετά ταύτα ενέπρησαν, και η ζημία υπελογίσθη εις έν εκατομμύριον γρόσια. Κατεδίωξαν εν ταυτώ τους εντίμους και μετριόφρονας προκατόχους αυτών Στέφανον Φωκάν, Αρ Σάββαν Άννινον, Ανδρέαν Πανάν, Αρ Ιωάννην Μηνιάτην και Αρ Σταματέλον Πετρίτσην. Κατήργησαν ωσαύτως διά της βίας το δικαστήριον της Υψηλής Αστυνομίας όπερ εξηρτείτο από μόνης της Γερουσίας, συγκείμενον εξ εντίμων και μετριοφρόνων ανδρών, των Νικολάου Φωκά Ανδρεάτου, Γεωργίου Τυπάλδου Παυλή και Δρ Ιωάννου Κρασά και αντικατέστησαν το δικαστήριον τούτο διά. της κυβερνητικής επιτροπής, ήτις διά του τρόμου κατεδίωκε πάντα τίμιον πολίτην, υποχρεώσασα να φύγωσιν οι πρώην Πρόεδροι, τα μέλη της Υψηλής Αστυνομίας και ετεροι πολίται κατέφυγον δε οι μεν Τυπάλδος Παυλής και Κρασάς εις Κέρκυραν, οι δε Συμεών Πυλαρινός, ιεροκήρυξ Χαράλαμπος Τυπάλδος Ποβερέτος, Παναγής Δελαπόρτας, Γεώργιος Κρασάς, Νικόλαος Κρασάς, Αρ Μιχαήλ Τυπάλδος, ιερεύς Γεράσιμος Τυπάλδος Μπασιάς, Αναστάσιος Τυπάλδος Αλφονσάτος και άλλοι πλείστοι απεχώρησαν εκ της νήσου ή διεσπάρησαν ανά τας εξοχάς. Επειδή συνέστησαν εν Ληξουρίω στρατιωτικήν κυβέρνησιν υπό τον λοχαγόν Τιμόθεον Ούγγαρον, όστις κατήργησε πάσας τας αρχάς και έλαβον χώραν παράνομοι συλλήψεις, κρατήσεις και ραβδισμοί, ώστε υπεχρέωσε τους κατοίκους της εξοχής να προσβάλωσι το Ληξούριον, αφού επίσης εξήψεν αυτούς διά της εκτελέσεως της θανατικής ποινής των δύο αθώων, δικασθέντων παρ’ αναρμοδίου δικαστηρίου. Επειδή συνελήφθη ο γραμματεύς της Υψηλής Αστυνομίας Δημήτριος κόμης Ζαγκαρόλος και αφήρεσε βιαίως η ολιγαρχική κυβέρνησις πάντα τα έγγραφα, άνευ καταλόγου, ίνα καταστρέψη τας δικογραφίας τας αφορώσας εις τους οπαδούς αυτής. Επειδή οι Άννινος και Πηνιατόρος προσέφερον δέκα βαλάντια (μπουκιά) εις τον πλοίαρχον της οθωμανικής φρεγάτας Μεχμέτ Μαλτέζον, ίνα βομβίση το Ληξούριον και παρώτρυνον πάντοτε τον πλοίαρχον του ρωσσικού πλοίου Σάλτην και τον του ετέρου οθωμανικού Μπεκίρ, όστις απεποιήθη, να καταστρέψωσι την πόλιν. Επειδή ο Άννινος ενήργει ίνα συναθροισθώσι χωρικοί εκ πάντων των τμημάτων της νήσου, ίνα εισβάλωσιν, εφαρπάξωσι και
Σελ. 311
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/1/gif/312.gif&w=550&h=800
καταστρέψωσι το Ληξούριον, γνωστή δε εις πάντα τυγχάνει η αρνητική απάντησις του γέροντος παπά Σπύρου Μαζαράκη προύχοντος του χωρίου Δηληνάτων.
»Ένεκα, λοιπόν, τοιούτων βιαιοπραγιών και καταδιώξεων, πραχθέντων παρά των προυχόντων του Αργοστολίου, δεν δύναται να υφίσταται πλέον ενότης, αδελφότης και επίκοινος κυβέρνησις, διότι και αυτή η φύσις εχώρισε το Αργοστόλιον του Ληξουρίου διά 30 μιλίων αποστάσεως διά ξηράς και 6 διά θαλάσσης, και διότι αι καρδίαι αμοιβαίους εχωρίσθησαν και εξ αδιαλλάκτου μίσους αμοιβαίως κατέχονται».
Η απόφασις αυτή ελήφθη υπό των αντιπροσώπων των τμημάτων Ληξουρίου, Θηνέας, Ανωγής και Κατωγής με ψήφους 346 υπέρ και 7 κατά.
Η αναφορά της κυβερνήσεως Κεφαλληνίας σε απάντηση της αποφάσεως των Ληξουριωτών έχει ως εξής :
«Παραπονούνται οι κάτοικοι του Ληξουριού ότι εκακοποιήθησαν ή και εφονεύθησαν, αλλά δεν μνημονεύουσι τας αιτίας των όλως ιδιωτικών τούτων διενέξεων. Πολλά τοιαύτα ήθελον αναφέρει οι του Αργοστολίου, συμβάντα εν Ληξουρίω, αλλά περιορίζονται να ποιήσωσι μνείας πράξεων τινών εφ’ ων έλαβε μέρος άπας ο πληθυσμός του Ληξουρίου, ως εις τον εμπρησμόν της εν Μερσιάς οικίας του εξ Αργοστολιού Σπυρίδωνος Χωραφά, εις την λεηλασίαν των ετέρων οικιών και εις την αρπαγήν των ποιμνίων πάντων των εν τη Παλική κατεχόντων ιδιοκτησίαν κατοίκων Αργοστολιού. Φρίκην ενεποίησεν η πράξις κατά του ιδιοκτήτου εξ Αργοστολίου Νικολάου Σολωμού, όστις συλληφθείς εντός των κτημάτων αυτού και γυμνωθείς εσύρθη εν θριάμβω ούτω εις Ληξούριον, ίνα γίνη αντικείμενον γέλωτος και περιφρονήσεως.
»Επυρπολήθησαν πλοία ανήκοντα εις κατοίκους του Αργοστολίου διά το μόνον αίτιον ότι εκεί εισέπλευσαν, έτερα ελεηλατήθησαν εν θαλάσση, ηχμαλωτίσθησαν άνδρες και εκακοποιήθησαν τα πληρώματα και οι επιβάται.
»Παραπονούνται επίσης ότι κατεδιώχθησαν επί των παρελθουσών κυβερνήσεων Ενετικής και Γαλλικής και παρά της νυν, αυτό ώφειλον να το αποδώσωσιν εις την ανησυχίαν και φιλοταραξίαν αυτών.
»Περιγράφουσι την πόλιν αυτών ως κειμένην εις τερπνήν θέσιν, ευδαίμονα, πολυάνθρωπον και ισχυράν και εξ εναντίας το Αργοστόλιον κείμενον εις θέσιν ζοφεράν, άμορφον, πενιχράν και άνευ πληθυσμού. Αλλά ταύτα δεν έχονται αληθείας, διότι το Αργοστόλιον εθεμελιώθη εν τω κέντρω της νήσου, απέχον εξ ίσου εκ πάντων των μερών αυτής και τούτου ένεκα οι Ενετοί προσδιώρισαν αυτό έδραν της Κυβερνήσεως Εκτείνεται η πόλις αύτη επί εκτεταμένης παραλίας και σχηματίζει ωραίον, ευρύ και ασφαλή λιμένα, κοσμούμενον αεί εκ πλείστων πλοίων και παρ’ ενός λοιμοκαθαρτηρίου, όπερ κινεί την αντιζηλίαν των ετέρων νήσων. Περιέχει η πόλις εύμορφον δημόσιον μέγαρον, ευρείαν και κανονικήν πλατείαν, πλείστας ιδιωτικάς οικίας οικοδομηθείσας μετά μεγίστης φιλοκαλίας εις τας οποίας οικούσιν ο τε Αρχιεπίσκοπος και οι πρόξενοι των ξένων δυνάμεων.
»Περικυκλούσι την πόλιν πλείστα πλησιάζοντα χωρία, εξοχικαί δ’ επαύλεις κοσμούσι τους παρακειμένους λόφους. Τα τμήματα Κρανέας και Λιβαθούς διακρίνονται διά τας μεγαλοπρεπείς αυτών οικίας, διά το εμπόριον και την ναυτιλίαν.
»Η πόλις του Αργοστολίου περιέχει εν τοις κόλποις αυτής τους ιδιοκτήτας και τους δανειστάς, ουχί μόνον του Ληξουρίου και της Παλικής, αλλά των δέκα και τεσσάρων τμημάτων της νήσου άτινα περιέχουσι πλείονα των 160 χωρίων.
»Ποία σύγκρισις, λοιπόν, μεταξύ Αργοστολίου και Ληξουρίου; Διότι κείται εις τερπνοτέραν θέσιν; Βεβαίως, αλλ’ επί μιας παραλίας άνευ λιμένος, επί μιας θαλάσσης μη επιτρεπούσης την προσέγγισιν ούτε εις λέμβους εν καιρώ χειμώνος. Έχουσιν ίσως οι του Ληξουρίου ιδιοκτησίαν ή δάνεια εν Αργοστολίω ή εν τοις ετεροις τμήμασι της νήσου; Όχι βεβαίως. Και εν τοιαύτη ανισότητι το Ληξούριον δεν δύναται να συγκριθή μετά του Αργοστολίου.
Σελ. 312
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/1/gif/313.gif&w=550&h=800
»Και αυτοί ούτοι οι του Ληξουρίου αιτούντες παρά της Γερουσίας Δικαστήρια και Υγειονομείον εν τη αυτών αναφορά, είπον ότι «η σύστασις των Αρχών εν τη αυτών πόλει, ουδαμώς βλάπτει την ενότητα εκείνην, ην οι κάτοικοι του Ληξουρίου επιθυμούσι πολύ περισσότερον των ευαρίθμων εκείνων ραδιούργων, ων συμφέρει η διάδοσις ότι η αιτούσα πόλις διάκειται εχθρικώς κατά της ενότητος». Αι αρχαί αυταί καθιερώθησαν και παρά του Μείζονος Συμβουλίου και δεόντως εξελέχθησαν παρ’ αυτού και τα πρόσωπα, αλλά μετ’ ολίγον εξερράγη η στάσις της 4 Αυγούστου 1801, ήτις επέφερε τα γνωστά εκείνα τρομερά αποτελέσματα».
Σελ. 185. Στ. 36. ΓΙΑ να διαφύλαξη την ησυχία του λαού της Κεφαλληνίας ο Καποδίστριας ζητάει από τον Στάμο Χαλικιόπουλο, κυβερνήτη της Ζακύνθου, να εμποδίση τους Κεφαλλήνες, που είχαν διωχθεί από την προηγούμενη κυβέρνηση, να επανέλθουν στο νησί. Το μέτρο αυτό που έρχονταν σε αντίθεση με την πολιτική ειρηνεύσεως και συνδιαλλαγής όλων των μερίδων, δεν το υιοθέτησε ο νέος διοικητής της Κεφαλληνίας Ιάκωβος Μερκάτης, ο οποίος με προκήρυξή του επέτρεψε την επάνοδο σε όλους. Στην ενέργεια αυτή του Μερκάτη ο Καποδίστριας αντέδρασε. Τούς λόγους της αντιδράσεώς του τους εκθέτει λεπτομερώς στην υπ’ αριθ. 18 αναφορά του προς τον Ηγεμόνα.
Σελ. 210. Ο ΗΓΕΜΩΝ της Επτανήσου Πολιτείας με διάταγμα της 1 Σεπτεμβρίου 1802 διώρισε αντιπροσώπους του στα διάφορα νησιά. Στην Κέρκυρα τον Ιωάννη Σίγουρο, γυιο του Νικολάου Γραδενίδου Σιγούρου κομ. Δεσύλλα, Ζακύνθιο, στην Κεφαλληνία τον Ιάκωβο Μερκάτη, επίσης Ζακύνθιο, στη Ζάκυνθο τον Στάμο Χαλικιόπουλο, Κερκυραίο, στη Λευκάδα τον έως τότε πρύτανι Κεφαλληνίας Νικόλαο Άννινο, στην Ιθάκη το Ρόκκο Δετσώρτση, Λευκάδιο, στους Παξούς τον Μάρκο Καρατσία, Κερκυραίο και στα Κύθηρα τον Ευστάθιο Μεταξά, Κεφαλλήνα. Έτσι ο Καποδίστριας, αποχωρώντας από την Κεφαλληνία, θεωρεί υποχρέωσή του να ενημερώση το νέο διοικητή για την κατάσταση, που επικρατούσε στο νησί.
ΜΕΡΟΣ Γ΄.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Βελέλη, A.: Ο Καποδίστριας ως θεμελιωτής της δημοτικής εκπαιδεύσεως εν Ελλάδι. Αθήναι 1908.
Γερομίχαλου, Γ.: Η περί παιδείας και Εκκλησίας φροντίς του Κυβερνήτου Καποδιστρίου·. Εις παράρτημα αρ. 9 του ΙΣΤ΄ τόμου της Ε.Ε.Θ.Σ.Α.Π.Θ. Θεσσαλονίκη 1971.
Εξαρχοπούλου, Ν.: Λόγος περί της εκπαιδευτικής και θρησκευτικής δράσεως του Καποδιστρίου. Αθήναι 1917.
Θεοτόκη, Σ.: Η εκπαίδευσις εν Επτανήσω από του 1463 μέχρι του 1964. Κερκυραϊκά Χρονικά. Τόμ. V. Κέρκυρα 1955.
Κούκου, E.: Ο Καποδίστριας και η παιδεία 1803—22. Η Φιλόμουσος Εταιρεία της Βιέννης. Αθήναι 1958.
Λάϊου, Γ.: Η Φιλόμουσος Εταιρεία της Βιέννης. Εις Επ. Μεσαιωνικού Αρχείου. Τόμ. 12. Αθήναι 1965.
Σελ. 313
https://kapodistrias.digitalarchive.gr/published/includes/resources/auto-thumbnails.php?img=/var/www/html/ikapo/published/uploads/book_files/1/gif/314.gif&w=550&h=800
Λάμπρου, Σ.: Ο Καποδίστριας ως θεμελιωτής της δημοσίας εκπαιδεύσεως εν Ελλάδι, εις Μελέτη, Αθήναι 1938.
Λουκάτου, Σ.: Ο I. Καποδίστριας και η Επτάνησος Πολιτεία. Αθήνα: 1959.
Μπελιά, Ε.: Ανέκδοτος πίναξ διοργανισμού της Εκπαιδεύσεως κατά την Καποδιστριακήν περίοδον, Αθήναι 1967.
Παπαγεωργίου. Β.: Από το εκπαιδευτικόν έργον του I. Καποδιστρίου, εις Νέα Εστία τ. 11—12, 1932.
Πρωτοψάλτη, E.: Νέα στοιχεία περί της Εταιρείας των Φιλομούσων, εις Αθηνά τ. ΞΑ΄, 1957.
Σωτηριάδου, Γ.: Λόγος κατά το μνημόσυνον I. Καποδιστρίου και I. Δομπόλη, Αθήναι 1915.
Σελ. 314
- [Εμπροσθόφυλλο]
- [Πορτραίτο του Ιωάννη Καποδίστρια]
- [Σελίδα τίτλου]
- Κώστα Δαφνή, Το Αρχείο Καποδίσρια και οι στόχοι του - Γενικό Εισαγωγικό Σημείωμα
- Κ. Θ. Δημαρά, Πρόλογος
- Ο Ιωάννης Καποδίστριας και η εποχή του (Χρονολογικός πίνακας)
- Μέρος Α΄, Αυτοβιογραφία
- Μέρος Β΄, Αποστολή εις Κεφαλληνίαν
- Μέρος Γ΄, Εκπαιδευτική δράσις
- Σημειώσεις - Βιβλιογραφία
- Ευρετήριον κυρίων ονομάτων και τόπων
- Περιεχόμενα
- [Οπισθόφυλλο]
Ψηφιοποιημένα βιβλία
- Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, τ. Α΄, 1976
- Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, τ. Β΄, 1978
- Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, τ. Γ΄, 1980
- Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, τ. Δ΄, 1984
- Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, τ. Ε, 1984
- Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, τ. ΣΤ΄, 1984
- Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, τ. Ζ΄, 1986
- Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, τ. Η΄, 1987
- Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, τ. Ι΄, 1983
Προηγούμενη | Επόμενη | Σελίδα: 295 |
arheion_ioannou_kapodistria__t__a__-b-1*
δίψαν κρέμονται εκ των χειλέων του ευπαιδεύτου και αξίου νεαρού καθηγητού Μουστοξύδη.
Κατά τον μήνα Μάρτιον το πλείστον μέρος των νέων τούτων θα συμπληρώση τα μαθήματα της Ιταλικής γραμματικής και επομένως θα προβιβασθή εις το μάθημα της ρητορικής.
Το σχολείον της καλλιγραφίας παραδίδει μαθήματα κατά Πέμπτην και Κυριακήν. Δύναμαι να βεβαιώσω την Γερουσίαν ότι μέχρι τούδε η συρροή των μαθητών είναι αφθονωτάτη, οι εγγραφέντες υπερβαίνουν τους 50 και καθ’ ημέραν προσέρχονται νέοι.
Περί του καθηγητού Πάκμορ έχω καθήκον να ομολογήσω τας καλυτέρας συστάσεις, είναι ακούραστος και οι επιμελέστεροι, μη αφηνόμενοι εις την διδασκαλίαν του σχολείου, μεταβαίνουσι το εσπέρας εις την οικίαν του.
Ελπίζω ότι οι νέοι ούτοι θα δυνηθώσι να επιδείξωσι προόδους εις τον κλάδον τούτον της δημοσίας εκπαιδεύσεως, μέχρι τούδε άγνωστον παρ’ ημίν ή, τουλάχιστον, πολύ ακαλλιέργητον.
Η ευχάριστος αύτη κατάστασις του παρόντος σχολικού έτους υπόσχεται αποτελέσματα αρκετά επωφελή εις την νεολαίαν του τόπου και εις την Κυβέρνησιν, ήτις διά σοβαρών φροντίδων και ευεργετημάτων προσπαθεί να αποσπάση ταύτην εκ της αμαθείας.
Σπεύδω να φέρω εις γνώσιν της Γερουσίας ταύτα, παρακαλώ δε το τμήμα των Εσωτερικών να τιμήση το σχολείον δι’ επισκέψεως διά να βεβαιωθή ούτω περί της αρίστης σταδιοδρομίας του.
Οι μαθηταί θα έχωσι περί πολλού την τιμήν ταύτην και οι καθηγηταί θα εκτιμήσουν ως πολύτιμον βραβείον της επιμελείας των.
Ο Επιθεωρητής
ΚΟΜΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ
Την 15ην Μαρτίου 1807 ο Καποδίστριας εζήτησε την απομάκρυνσίν του εκ της θέσεως του Επιθεωρητού των Σχολείων και υπέδειξε ως αντικαταστάτην του τον Εμμανουήλ Θεοτόκην, ο οποίος μόλις τότε είχε εκλεγή γερουσιαστής. Νέα αποστολή τον ανέμενε: Η οργάνωσις της αμύνης της Λευκάδος έναντι των κατακτητικών βλέψεων του Αλή Πασά των Ιωαννίνων. Είχε προηγηθεί η επιτυχής αποστολή της Κεφαλληνίας, η οποία ανέδειξε τας ηγετικάς του ικανότητας. Και εις την Λευκάδα επετέλεσε τεράστιον έργον, εις το οποίον όμως έθεσε τέρμα η Συνθήκη του Τιλσίτ, διά της οποίας ο Τσάρος Αλέξανδρος Α΄ παρεχώρει εις τον Ναπολέοντα τας Ιονίους Νήσους. Οι Αυτοκρατορικοί Γάλλοι θα διεδέχοντο τους Ρώσσους εις τα Επτάνησα, όπως οι τελευταίοι είχον διαδεχθή τους Δημοκρατικούς Γάλλους.